Πολίτευμα
![]() |
Αιχμάλωτοι πολέμου πωλούνται ως σκλάβοι στην αγορά κάποιας πόλης στην αρχαία Ελλάδα |
Ωστόσο, υπάρχουν πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ούτε η δύναμη των βασιλιάδων ήταν πάντοτε απεριόριστη ούτε η υπακοή του λαού ήταν πάντοτε δεδομένη. Αν δεν αμφισβητούσε κανένας τη βασιλική εξουσία, τότε ο Οδυσσέας δεν θα είχε λόγους να κατηγορεί τους Αχαιούς ότι όλοι θέλουν να βασιλεύσουν ούτε θα διατύπωνε το περίφημο αξίωμά του, ότι δεν είναι καλό πράγμα η πολυαρχία, αλλά ένας πρέπει να είναι ο ηγεμόνας, ένας ο βασιλιάς.
Δεν θα γίνουμε όλοι βασιλιάδες εδώ, Αχαιοί δεν είναι καλή η πολυαρχία, ένας ας είναι ο αρχηγός, ένας ο βασιλιάς...
Αν οι συγκεντρώσεις του λαού δεν είχαν καμιά επιρροή, δεν θα είχαν και καμιά αξία Με δεδομένο αυτό, ανάμεσα στους λόγους για τους οποίους αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση στην Οδύσσεια οι άγριοι Κύκλωπες, οι οποίοι δεν ανήκουν στον ελληνικό κόσμο, είναι και το γεγονός ότι δεν έχουν αγορά όπου συζητιούνται οι αποφάσεις. Αναμφίβολα, τα καθήκοντα και τα δικαιώματα που αναλογούσαν στο βασιλιά, στη Βουλή και στην αγορά δεν ήταν ακόμη με ακρίβεια καθορισμένα. Όμως, πολύ περισσότερο από τους γραπτούς νόμους, περιόριζε τη βασιλεία μέσα στα όρια της δικαιοσύνης και του μέτρου το γενναίο εθνικό φρόνημα, που δεν ανεχόταν καμιά συνεχή αυθαιρεσία και το οποίο από πολύ νωρίς περιέβαλε τον ανώτατο άρχοντα με θεσμούς, οι οποίοι με τόσο θαυμαστό τρόπο θα αναπτύσσονταν στην πορεία.
Η βασιλεία ήταν συνήθως κληρονομική, ο βασιλιάς είχε από τη γέννησή του δικαιώματα στο θρόνο, ωστόσο έπρεπε να έχει δύναμη και αξια ως προσωπικότητα.
Είναι αλήθεια ότι από τις απλοϊκές εκείνες αγορές της ηρωικής εποχής, προέκυψε, μέσα από βαθμιαία και φυσική εξέλιξη των καταστάσεων και της ανθρώπινης σκέψης, η Εκκλησία του Δήμου, ενώπιον της οποίας αγόρευσαν ο Περικλής, ο Δημοσθένης και άλλοι σπουδαίοι ρήτορες. Ο βασιλιάς των ηρωικών χρόνων μπορούσε καμιά φορά να ασκεί βία εναντίον των υπηκόων του, αλλά τρόπο τις αποφάσεις του, κοσμώντας τες με εικόνες ικανές να εξάψουν τη ζωηρή φαντασία του πλήθους και ενεργοποιώντας έτσι συναισθήματα που μπορούσαν να συγκινήσουν την ευαίσθητη καρδιά του. Ουσιαστικά από τότε -τόσο νωρίς- αναπτύχθηκαν τα σπέρματα της ρητορικής δεινότητας στην Ελλάδα. Κάποτε ο Αγαμέμνονας αποφασίζει έπειτα από προτροπή του θεού Ονείρου, τον οποίο έστειλε στον ύπνο του ο Δίας, να επιχειρήσει μια τελευταία προσπάθεια εναντίον της πόλης του Ιλίου, έχοντας πειστεί πως οι θεοί ήθελαν να αναδειχθεί νικητής. Αυτό, όμως, ήταν απάτη του Δία.Έτσι, ενώ όφειλε ο βασιλιάς να οδηγήσει το στρατό του στη μάχη και να τον ενθαρρύνει, του γεννήθηκε μια ανεξήγητη διάθεση να κάνει το αντίθετο σε όλα.
Θέλει δηλαδή να δοκιμάσει την ανδρεία του μάχιμου πλήθους και γι' αυτό νομίζει ότι είναι σωστό να προσποιηθεί μπροστά του πως θεωρεί την εκπόρθηση της πόλης ακατόρθωτη και πως δεν μένει τίποτε άλλο από το να επιβιβαστούν όλοι στα πλοία και να επιστρέψουν στην πατρίδα. Πριν, όμως, συνεννοείται με το βασιλιά της Πύλου, το γλυκομίλητο Νέστορα, και με το βασιλιά της Ιθάκης, τον πολυμήχανο Οδυσσέα. Τους αποκαλύπτει την πραγματική του πρόθεση και ταυτόχρονα τους προτρέπει να του αντιταχθούν, με σκοπό να ανατρέψουν τις εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν στο στράτευμα. Συγκαλείται, λοιπόν, αμέσως αγορά και ο Αγαμέμνονας απευθύνει ένα λόγο γεμάτο απογοήτευση και πικρία, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι όλοι πρέπει να επιστρέψουν αμέσως στην αγαπημένη τους πατρίδα με τα πλοία τους.Έτσι μίλησε ο Αγαμέμνονας και πριν προλάβει να αγορεύσει κάποιος άλλος...
...κινήθηκέ η αγορά, όπως κινούνται τα κύματα
τον Ικάριον πελάγους, όταν φυσούν
από τα σύννεφα τον Δία ο Εύρος και ο Νότος.
Αμέσως όλοι στράφηκαν προς τη θάλασσα και μόνο ο Οδυσσέας στεκόταν και έβλεπε λυπημένος όσα γίνονταν εκείνη τη στιγμή. Αλλά, ξαφνικά, έπειτα από προτροπή της Ήρας και της Αθηνάς, ύψωσε τη φωνή ανάμεσα στο πλήθος που διαλυόταν, και τους βασιλιάδες και τους άρχοντες επέπληξε με τρόπο ευγενικό. Αντίθετα, επέκρινε το λαό με λόγια σκληρά και αφού εξαπέλυσε απειλές και έσπρωξε με το σκήπτρο, τους επανάφερε όλους στην Αγορά. Τότε, έρχεται στο μέσο ο Θερσίτης, ένας από τους Αιτωλούς ηγεμόνες, του οποίου το όνομα κατάντησε παροιμιώδες για την ασχήμια και τη δειλία του, που σκληρά κατηγόρησε ο ποιητής. Ο Θερσίτης όμως διακρινόταν για την ευχέρεια στο λόγο. Και, να αυτός, έπειτα από πολλές ύβρεις εναντίον του Αγαμέμνονα, προσπαθεί να μην αλλάξουν οι Αχαιοί την απόφασή τους να επιστρέψουν στην πατρίδα. Τότε σηκώνεται ο Οδυσσέας, επικρίνει τον Θερσίτη, τον απειλεί, τον χτυπάει με το σκήπτρο του και τον γελοιοποιεί μπροστά σε όλους. Στη συνέχεια απευθύνεται στην αγορά με ένα συγκινητικό λόγο, ενώ μετά στο βήμα ανεβαίνει ο Νέστορας. Έτσι, οι δυο τους, με, θρησκευτικά επιχειρήματα και λόγια γεμάτα φιλοδοξία, πείθουν τους στρατιώτες να μείνουν στις θέσεις τους, μέχρι να κυριεύσουν τη σπουδαία πόλη του Πριάμου. Αυτή είναι η ζωηρή εικόνα μιας τυπικής Αγοράς του λαού, την οποία βρίσκουμε στην Ιλιάδα. Οι Αχαιοί είχαν κουραστεί από τον πολύχρονο και ανεπιτυχή αγώνα τους• ο ίδιος ο Αγαμέμνονας τους είχε πει ότι ήταν αναγκαίο να επιστρέψουν στα σπίτια τους και με την άποψή του συμφώνησαν και ορισμένοι άλλοι ηγεμόνες. Δεν είναι, λοιπόν, παράδοξο ότι όλοι έτρεξαν βιαστικά στα πλοία. Ο Οδυσσέας όμως και ο Νέστορας ύψωσαν τη φωνή τους και το ίδιο πλήθος, σαν να το έσπρωξε αντίθετος άνεμος, γύρισε πίσω, από τη θάλασσα στο στρατόπεδο. Είναι αλήθεια ότι ο Οδυσσέας κάποια στιγμή χρησιμοποίησε και το σκήπτρο, αλλά το πιθανότερο είναι ότι επιβλήθηκε με την πειθώ, αφού είναι αδύνατον ένας και μόνο άνδρας να επέβαλε με τη βία τις απόψεις του στο πλήθος, όταν μάλιστα αυτό είχε με το μέρος του και πολλούς αρχηγούς. Επομένως, δύο πράγματα βλέπουμε εδώ: άνδρες που μιλούν σωστά και πλήθος που πείθεται με τα λόγια τους. Αυτές οι αλάνθαστες αποδείξεις δείχνουν ότι το πλήθος ήταν ώριμο να δεχτεί την ελευθερία. Γιατί ο τελικός σκοπός της ελευθερίας είναι το κοινό συμφέρον, ενώ όπλο και μέσο για να το πετύχει, ο λόγος. Τέλος, παντού, όπου αυτή επικράτησε, εμφανίστηκαν άνδρες ικανοί να διατυπώσουν με παρρησία το κοινό συμφέρον, αλλά υπήρξαν και λαοί ικανοί να εκτιμήσουν το λόγο για το κοινό συμφέρον.