Πολίτευμα

Οι πολιτικοί θεσμοί της ηρωικής εποχής δεν υπήρξαν καρπός σκέψης σοφών νομοθετών, αλλά αποτέλεσμα της κατανόησης των φυσικών φαινομένων από τον ανθρώπινο νου.

perilklis_epitafios_400
Ο Περικλής εκφωνεί τον Επιτάφιο προς τους συμπολίτες του,
από το βήμα της Αγοράς. Μη χρονολογημένο έργο του Philipp von Foltz

Οι πολιτικοί θεσμοί της ηρωικής εποχής δεν υπήρξαν καρπός σκέψης κάποιων σοφών νομοθετών, οι οποίοι θα εμφανιστούν αργότερα στον ελλαδικό χώρο. Οι πιο παλαιοί θεσμοί στην Ελλάδα δημιουργήθηκαν από φυσικά φαινόμενα, τα οποία, επειδή ήταν όμοια στις διάφορες περιοχές, γι' αυτό παντού παρουσιάζουν μεταξύ τους κάποια ομοιότητα. Γενικότερα, η κοινωνία φαίνεται να ήταν διαιρεμένη σε δύο τάξεις ανθρώπων, τους ελεύθερους και τους δούλους. Οι ελεύθεροι άνδρες διακρίνονταν πάλι σε δύο τάξεις, διαφορετικές μεταξύ τους: τους ηγεμόνες και το δήμο ή, όπως λέει ο Όμηρος, «τους λαούς».

 Πηγή: http://www.nationalgeographic.gr/iee/

Οι ηγεμόνες είχαν διάφορους τίτλους, χαρακτηριστικούς του ανώτερου αξιώματος τους. Αποκαλούνταν «άριστοι», «βασιλείς», «άνακτες», «μέδοντες», «ηγήτορες», «βουληφόροι», «δικασπόλοι» και «γέροντες». Η λέξη «γέρων» ήδη από τότε σήμαινε όχι τον μεγαλύτερο σε ηλικία άνδρα, αλλά αυτόν που έχει την εξουσία του άρχοντα, όπως εξάλλου συμβαίνει και σε άλλα έθνη. Αυτό εύκολα γίνεται αντιληπτό, για παράδειγμα, στη λατινική με τη λέξη major, στην παλαιοσλαβική με τη λέξη starosta, στη γαλλική με τις λέξεις seigneur και ancient, στην αγγλοσαξονική διάλεκτομε τη λέξη alderman κ.λπ. Μάλιστα, στην Ιλιάδα συναντάμε και τον όρο «δημογέροντας», ο οποίος χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

Οι πολιτικοί θεσμοί της ηρωικής εποχής δεν υπήρξαν καρπός σκέψης σοφών νομοθετών, αλλά αποτέλεσμα της κατανόησης των φυσικών φαινομένων από τον ανθρώπινο νου.

thisio
Αεροφωτογραφία του Θησείου στην Αθήνα.

Το κυριότερο πλεονέκτημα των ανθρώπων που ανήκαν στην τάξη των αρχόντων ήταν ότι κατάγονταν από τους θεούς, γιατί, όπως προαναφέραμε, κάθε ηγεμονικός οίκος ανέφερε τους θεούς ως πρώτους γενάρχες του. Ωστόσο, αυτή η σπουδαία καταγωγή που αναδείκνυε στο λαό τους ηγεμόνες, γρήγορα θα λησμονιόταν εάν δεν ενισχυόταν από προσωπικά προτερήματα: σώμα εύρωστο, ανάστημα υψηλό, ήθος λαμπρό, βλέμμα οξύ, φωνή επιβλητική, και οι αρετές που συ-νυπάρχουν με αυτά τα φυσικά προσόντα, δηλαδή η επιδεξιότητα στα πολεμικά ζητήματα, η καρτερικότητα στις δύσκολες στιγμές, η περιφρόνηση στον κίνδυνο, η αγάπη για τις ένδοξες επιχειρήσεις. Να ποια χαρακτηριστικά διέκριναν το γνήσιο ηγεμόνα από τους κοινούς θνητούς: Η σύνεση στις αποφάσεις, το εφευρετικό μυαλό, η άνεση στην ομιλία, δεν εκτιμώνταν λιγότερο, αλλά δεν αρκούσαν από μόνα τους να εξασφαλίσουν στους άρχοντες90 το σεβασμό των πολλών. Αυτοί χρειάζονταν πολύ περισσότερο μια μεγάλη περιουσία για να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν στις πολλές πολεμικές επιχειρήσεις, όπου διέπρεπαν με την ανδρεία τους. Μάλιστα, κάθε πετυχημένη εκστρατεία αύξανε τον πλούτο τους και τη δόξα τους. Και αν σε ορισμένες περιπτώσεις το χέρι ενός μόνο ηγεμόνα έκρινε τη μάχη ή έτρεπε σε φυγή ολόκληρο στρατό, όλα αυτά γίνονταν όχι μόνο με την εξαιρετική ανδρεία, αλλά και με τη δύναμη της πανοπλίας του και με την ταχύτητα των αλόγων του ήρωα που, οδηγώντας γρή-γορα το άρμα του στο πεδίο της μάχης, τον δόξαζαν και τον έσωζαν πριν από κάθε άλλον.
Σε κάθε χώρα πάνω από αυτούς τους ηγεμόνες ήταν ο βασιλιάς. Αυτό συνέβαινε γιατί στην αρχαιότητα η Ελλάδα δεν αποτέλεσε ποτέ ενιαίο κράτος, αλλά στους ηρωικούς χρόνους -για τους οποίους γίνεται τώρα λόγος- ήταν διαιρεμένη σε πολλά βασίλεια και αργότερα σε πολλές πόλεις χωρίς βασιλιά. Οι βασιλιάδες, σε καιρό ειρήνης, ασκούσαν τη δικαστική εξουσία και ήταν οι επικεφαλής στις δημόσιες θυσίες και προσευχές, με τις οποίες ο λαός ζητούσε τη βοήθεια του θεού. Σε καιρό πολέμου, ήταν οι αρχηγοί του στρατού. Τότε, είχαν τη δύναμη και το δικαίωμα να απαιτούν από τους υπόλοιπους ευγενείς μεγαλύτερη υποταγή από τη συνηθισμένη. Μάλιστα, κάθε φορά που η εκστρατεία ήταν νικηφόρα, αυξάνονταν η ηθική τους δύναμη, η δόξα τους αλλά και η περιουσία τους, αφού έπαιρναν μεγαλύτερο μερίδιο από τα λάφυρα.

Σε περιόδους ειρήνης οι θρησκευτικές τελετές στις οποίες συμμετείχαν μπορεί να προσέδιδαν στο πρόσωπο τους ιερότητα, ωστόσο δεν ισχυροποιούσαν περισσότερο την πραγματική τους εξουσία. Αλλά ούτε και τα δικαστικά καθήκοντα τους έδιναν κάποια δύναμη. Πολλά στα αλήθεια λέγονται για τις δίκαιες αποφάσεις του Μίνωα και του Ραδάμανθη, αλλά από τον Όμηρο και τον Ησίοδο προκύπτει ότι ο βασιλιάς σπάνια ήταν ο μόνος κριτής στις δίκες και ότι ως επί το πλείστον οι άριστοι αποφάσιζαν για τις δικαστικές διενέξεις, και μάλιστα πάντοτε δημόσια, με την παρουσία του λαού. Η Ιλιάδα λέει ότι πάνω στην ασπίδα, την οποία ο Ήφαιστος κατασκεύασε για τον Αχιλλέα, εικονιζόταν, ανάμεσα στα άλλα, και μια τέτοια συνεδρίαση δικαστηρίου. Σύμφωνα με αυτή την απεικόνιση, η αγορά είναι γεμάτη από πλήθος περίεργο και συγκινημένο, ενώ δύο άνδρες για την οφειλόμενη για ένα φόνο χρηματική ποινή. Από τη μία πλευρά ο ένας βεβαιώνει ότι η χρηματική ποινή πληρώθηκε ήδη, ενώ ο άλλος το αρνείται. Και οι δύο επιδιώκουν τη δικαστική επίλυση της διαφοράς. Οι γέροντες, δηλαδή οι άρχοντες, κάθονται πάνω σε λαξεμένους λίθινους θρόνους, τοποθετημένους κυκλικά. Ο κύκλος που σχηματίζουν οι θρόνοι ονομάζεται ιερός.


Σύνδεση Χρήστη





Δεν έχετε λογαριασμό ακόμα; Δημιουργία λογαριασμού

Online χρήστες

Έχουμε 125 επισκέπτες σε σύνδεση

Στατιστικά

Επισκέπτες: 5153055