Μυκηναϊκός Πολιτισμός
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
Οι περισσότερες μυκηναϊκές ακροπόλεις είχαν σχεδόν απροσπέλαστη οχύρωση, η οποία αποκαλείται κυκλώπεια. Τα κυκλώπεια τείχη πήραν το όνομά τους από την κατασκευή τους. Οικοδομημένα από τεράστιους ογκόλιθους, δημιουργούν την εντύπωση ότι μόνο ένας γίγαντας, όπως ένας Κύκλωπας, θα μπορούσε να σηκώσει τα τεράστια αυτά λιθάρια. Ο χρόνος δεν κατάφερε να τα αφανίσει, με αποτέλεσμα να γίνουν πόλος έλξης για τους αρχαιοδίφες του 18ου αιώνα. Οι συνθήκες που επικρατούσαν τότε εξαιτίας της τουρκικής κατοχής- επέτρεψαν στο λόρδο Έλγιν, στο Βελή πασά του Ναυπλίου και στο λόρδο Σλάιγκο να λεηλατήσουν ανενόχλητοι το θολωτό τάφο το «Θησαυρό του Ατρέα». Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830), το 1837 ο χώρος των Μυκηνών τέθηκε υπό την επίβλεψη της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ενώ το 1841 ξεκίνησαν οι ανασκαφικές έρευνες από τον Κ. Πιττάκη, που καθάρισε το θησαυρό του Ατρέα, αποκάλυψε την «πύλη των λεόντων» και ασχολήθηκε με το θολωτό «τάφο της Κλυταιμνήστρας».

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΥΚΗΝΩΝ
Τα αρχαιολογικά μνημεία των Μυκηνών ανάγονται χρονολογικά στην περίοδο 1350-1200 π.Χ. Το 1200-1100 π.Χ. τα μυκηναϊκά ανάκτορα καταστράφηκαν αρχικά από ισχυρό σεισμό και στη συνέχεια από πυρκαγιά. Η πόλη περιλάμβανε την ακρόπολη, η οποία ήταν οχυρωμένη από τα κυκλώπεια τείχη -είδος οχύρωσης που εμφανίστηκε το 14ο-15ο αι. π.Χ., με στόχο να γίνουν οι μυκηναϊκοί οικισμοί απόρθητοι-, ενώ έξω από αυτή, στα δυτικά, βρίσκονταν τα νεκροταφεία και οι οικισμοί. Στα δυτικά της ακρόπολης υπήρχε ο Ταφικός Κύκλος Β με 14 λακκοειδείς τάφους, από τους οποίους ήρθαν στο φως πλούσια κτερίσματα και επιτύμβιες στήλες. Στην ίδια περιοχή ανακαλύφθηκαν και τέσσερις θολωτοί τάφοι μνημειώδους μορφής, μεταξύ των οποίων και ο λεγόμενος Θησαυρός του Ατρέα και ο «τάφος της Κλυταιμνήστρας». Στα δυτικά του εσωτερικού του τείχους βρισκόταν ο Ταφικός Κύκλος Α, ο οποίος περιλάμβανε έξι βασιλικούς λακκοειδείς τάφους, ενώ στα νότια απλωνόταν το θρησκευτικό κέντρο.
![]() |
Οι Μυκήνες από το 1999 συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, που έχει ως στόχο να αναδείξει και να διαφυλάξει μνημεία των οποίων η σημασία είναι παγκόσμιου βεληνεκούς. |
Η κύρια είσοδος της ακρόπολης ήταν στα βορειοδυτικά και κοσμούνταν από την Πύλη των Λεόντων. Το γλυπτό, που έδωσε το όνομά του στην πύλη, είναι του 1250 π.Χ. και αποτελεί το πρώτο δείγμα μνημειώδους γλυπτικής στην Ευρώπη. Η πρόσβαση στο ανάκτορο, το οποίο βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο, γινόταν μέσω ενός κεκλιμένου κατά 20% επιπέδου. Το ανάκτορο περιλάμβανε τη μεγάλη αυλή, τον ξενώνα και το μυκηναϊκό μέγαρο. Το μυκηναϊκό μέγαρο απαρτιζόταν από τρία μέρη: την αίθουσα, τον πρόδομο και το δόμο, που αποτελούσε την αίθουσα του θρόνου.
![]() |
Η τοιχογραφία της περίφημης «Μυκηναίας», που σώθηκε από τη μυστηριώδη κατάρρευση της πόλης περίπου στο 1200 π.Χ. |
Υπήρχαν ακόμα χώροι αποθήκευσης και εργαστήρια. Στη βορειοανατολική πλευρά του τείχους ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατασκευή της υπόγειας κρήνης, της οποίας η τοιχοδομία είναι κυκλώπεια. Στέγασαν, λοιπόν, μία πηγή νερού, κάτω από το έδαφος, έτσι ώστε σε περίπτωση μακρόχρονης πολιορκίας να έχουν εξασφαλίσει το βασικότερο ζωτικό εφόδιο, το νερό.