Παπαρηγόπουλος Κ. - Βιογραφικό σημείωμα
Στο τέλος του 1860 άρχισε η έκδοση της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους» και το 1869 μαζί πολλούς άλλους προχώρησε στην ίδρυση του «Συλλόγου προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων». Όλη εκείνη την περίοδο, ιδίως μετά το 1860 και μέχρι το θάνατο του (1891), δραστηριοποιήθηκε έντονα στα εθνικά θέματα.
Πέθανε στις 14 Απριλίου 1891, καταβεβλημένος
από τη θλίψη, αφού όλα τα μέλη της οικογένειάς του είχαν πεθάνει, όπως ο γιος του Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, λαμπρός ποιητής, και τα υπόλοιπα παιδιά του, η σύζυγος και ο αγαπημένος αδελφός του Πέτρος. Οι μεγάλες προσωπικές και οικογενειακές δυσκολίες δεν τον εμπόδισαν να ασχοληθεί με την επιστήμη και να υπερασπιστεί τα εθνικά δίκαια.
Παρά τις πικρίες που δοκίμασε και παρά τις ύβρεις (αποκλήθηκε από τους λιβελογράφους αντιπάλους του αγράμματος, αγύρτης, επαίτης και ειρωνικά «Κωστάκης»), τιμήθηκε από το έθνος, κυρίως από τους βασιλείς Όθωνα και Αμαλία, και έπειτα από τον Γεώργιο και την Όλγα, της οποίας, όπως και των βασιλο- παίδων, υπήρξε δάσκαλος. Ο Χαρίλαος Τρικούπης, μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας, έστειλε το 1882 τον Παπαρρηγόπουλο στην Κωνσταντινούπολη με στόχο το διακανονισμό του ζητήματος της υπαγωγής στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος του κλήρου των απελευθερωμένων επαρχιών. Στον Χαρίλαο Τρικούπη επίσης ο Παπαρρηγόπουλος ενέπνευσε μέσω του Στέφανου Δραγούμη την άποψη ότι έπρεπε να στραφεί προς βορρά επειγόντως, διότι μεγάλωνε ο σλαβικός κίνδυνος, εγκαταλείποντας την αποκλειστική αφοσίωση στο Κρητικό Ζήτημα, με το οποίο ασχολούνταν κυρίως τότε οι ελληνικές κυβερνήσεις.
Συναφής στην κατεύθυνση της απελευθέρωσης της Μακεδονίας υπήρξε η εργασία του στο «Σύλλογον προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων», του οποίου ήταν η ψυχή. Ως καθηγητής συγκέντρωσε δίπλα του όχι μόνο πλήθος φοιτητών (ανάμεσά τους διακρίνονταν ο Σπυρίδων Λάμπρος και ο Παύλος Κα- ρολίδης), αλλά και πλήθος κόσμου - τις πανεπιστημιακές διαλέξεις του τις παρακολουθούσαν ακόμη και δικαστικοί και δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ τις διαλέξεις του στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» πάρα πολλοί πολίτες. Εκτός από το ακαδημαϊκό έργο ανέπτυξε επίσης σημαντική κοινωνική και εθνική δράση, καθώς διατέλεσε πρόεδρος μορφωτικών και κοινωφελών σωματείων.
Ως άνθρωπος ήταν εξαίρετος: «Αβρότατος -λέει ο Χαράλαμπος Άννινος- και γλυκύς τους τρόπους, ευ- προσήγορος, χαρίεις, διετήρει και εν τη πρεσβυτική ηλικία. Αριστοκρατικήν ευπρέπειαν περί τε το φέρε- σθαι και το ενδύεσθαι, τοιαύτη δε ήτο η προς τα αρώματα αγάπη του, ώστε οι στοιχειοθέται και οσάκις δεν έφερον υπογραφήν τα χειρόγραφά του, τα γεγραμμένα πάντοτε διά καθαρού και ευανάγνωστου καλλιτεχνικού χαρακτήρος, ενόουν ότι ήσαν ιδικά του εκ της?
ευώδους οσμής, ην απέπνεον. Διηγείτο μετά στωμυ- λίας, εν η πολλάκις υπελάνθανε λεπτή δόσις ειρωνείας, πολλά χαριέστατα ανέκδοτα και αναμνήσεις, μετά πικρίας και δυσφορίας πολλάκις εκφραζόμενος, οσάκις ο λόγος περιεστρέφετο περιττά σύγχρονα άδοξα και ευτελή συμβάντα, μεταρσιούμενος δε ανεπαισθήτως εις συγκινητικήν ευγλωττίαν, οσάκις η ρύμη του λόγου τον μετέφερεν εις παρωχημένας επο- χάς κλέους και μεγαλείου».
Σπουδαία είναι και όσα για τον Παπαρρηγόπουλο ανέφερε ο λόγιος, δημοσιογράφος και έπειτα πρέσβης Δημήτριος Κακλαμάνος: «Διά του έργου του ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος παρέδωκεν εις το έθνος του πρότυπον Ιστορίας, όπου το βάθος της σκέψεως αμιλλάται προς το απλούν και αίμυλον του ύφους, η διαύγεια της αφηγήσεως εναρμονίζεται προς την πρω- τοτυπίαν της ερεύνης και η γαλήνη της κρίσεως γλα- φυρώς ανθεί παρά την γνησίαν και ανεπίδεικτον φιλο- πατρίαν. [...] Έργον όπως το του Παπαρρηγοπούλου αποτελεί αληθές κληροδότημα προς το έθνος. Ηυτύ- χησα να γνωρίσω εκ του πλησίον, κατά τα τελευταία της ζωής του έτη, τον Κωνσταντίνον Παπαρρηγόπου- λον, ενθυμούμαι δ' όταν διώρθωνε τας επιφυλλίδας του εις την "Εφημερίδα" ποίαν ζηλοτυπίαν εδείκνυε διά το ύφος του, επιμελής, καλλωπιστής και εις τούτο, όπως και εις την περιβολήν και εις την ομιλίαν του, καλλιτέχνης "κατατηξίτεχνος" εις την τέχνην του γραφείου, αυστηρός τόσον δι' εαυτόν όσον και διά τους άλλους διά την ακρίβειαν των γεγονότων και της φράσεως, αληθινός ευπατρίδης των γραμμάτων, του οποίου η μορφή ήτο αξία να κοσμήση οιονδήποτε φι- λολογικόν Πάνθεον».
Η συγγραφική παραγωγή του είχε μεγάλη έκταση και ποσοτικά και ποιοτικά. Εκτός από τις αυτοτελείς μελέτες που εξέδωσε, είχε και τακτική συνεργασία με πολλά αθηναϊκά και όχι μόνο περιοδικά («Παρνασσός», «Εστία», «Πανδώρα», «Κλειώ της Τεργέστης» κ.ά.). Ωστόσο, το έργο που τον ανέδειξε σε εθνικό ιστορικό ήταν η πεντάτομη Ιστορία τον Ελληνικού Έθνους (α' έκδοση 1860-1872). Σε αυτό το μνημειώδες έργο του διατύπωσε την άποψη ότι το έθνος που δημιούργησε το ελληνικό κράτος, το 1832, συνδεόταν οργανικά με το μεσαιωνικό ελληνισμό, το βυζαντινό, τον οποίο μάλιστα ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος προέβαλλε ως συνέχεια και ολοκλήρωση του αρχαίου. Θεωρούσε μάλιστα ότι κατά τη Βυζαντινή Περίοδο παγιώθηκε η πολιτική, θρησκευτική και πολιτιστική ενότητα του ελληνικού έθνους.
Είναι γεγονός ότι κάτι ανάλογο είχε προσπαθήσει να αποδείξει ο σπουδαίος Γερμανός ιστορικός Γιόχαν Βίλχελμ Τσινκάιζεν, αλλά το έργο του παρέμεινε ανολοκλήρωτο (Geschichte Griechenlands), όπως εξάλλου ημιτελής παρέμεινε ανάλογη προσπάθεια του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου (Βνζαντιναί μελέται, 1857). Ο Παπαρρηγόπουλος όμως προσπάθησε να αποδείξει αυτά τα θεωρητικά σχήματα με μια νέα ερμηνεία των ιστορικών δεδομένων.
Το έργο του, καθώς και η απήχηση που είχε σε μεγάλα τμήματα του ελληνικού λαού, εξηγούνται αν μελετήσει κανείς το πνεύμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή, αλλά και την προσωπική πνευματική και όχι μόνο πορεία του. Τα τραγικά βιώματα της παιδικής του ηλικίας (κυρίως η εκτέλεση από τους Τούρκους προσφιλών του προσώπων) και η απόλυσή του από τη δημόσια υπηρεσία στην οποία δούλευε επειδή δεν ήταν αυτόχθων έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Επί-σης, ο ρομαντισμός, η έννοια του έθνους, η Μεγάλη Ιδέα και οι ιδέες που συνδέονται με αυτή (ενότητα, συνέχεια, μοναδικότητα, ιστορική αποστολή του έθνους κ.ά.), καθώς και η σφοδρή και σχεδόν μονομα- νής ανθελληνική στάση του Φαλμεράιερ (βλ.:Έλλης Σκοπετέα, Φαλμεράυερ, Τεχνάσματα του αντιπάλου δέους, Θεσσαλονίκη, 1995), συνέβαλαν καταλυτικά στη διαμόρφωση της ιστορικής συνείδησης του Παπαρρηγόπουλου. Όλα αυτά τα στοιχεία, μαζί με τη σαφήνεια, την καλλιέπεια και την επική διάσταση του έργου, το κατέστησαν ιδιαίτερα αγαπητό στον ελληνικό λαό.
Σύμφωνα με τον Κ.Θ.Δημαρά, αυτό που πρόσφερε ο Παπαρρηγόπουλος «είναι η μορφοποίηση της ιστορίας αυτής σε μια θαυμαστά ισορροπημένη σύνθεση, μ' ένα ύφος λόγου λαμπρό, με μια σοφή και αρμονική συγκρότηση των περιόδων της ιστορίας μας. Ρομαντικός ιστορικός, δεν διστάζει να υψώνει τον τόνο και να στοχασθεί επάνω στα φαινόμενα όσα ιστορεί- ευαίσθητος δέκτης της ιστορικής ακτινοβολίας, προσαρμόζεται απόλυτα στην ιδιοτυπία της κάθε περιόδου με τέτοιο τρόπο, ώστε η ροή των χρόνων να γίνεται αισθητή ακόμη και στην γλώσσα του. [...] Η ιστορία του δεν πρόκειται για άθροισμα πληροφοριών• η πληροφόρηση πέρασε μέσα από μια γενναία ψυχή, από έναν ισχυρό εγκέφαλο κι έγινε σώμα».
Ακόμη και σήμερα, παρά τις τροποποιήσεις που έχει υποστεί το υλικό του από τους μεταγενέστερους μελετητές, το έργο του αποτελεί μοναδικό μνημείο της νεοελληνικής ιστοριογραφίας.
Παπαρρηγόπουλος - NG