Παπαρηγόπουλος Κ. - Βιογραφικό σημείωμα

paparigopoulosΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Κ.ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ
γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1815. Ο πατέρας του, Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, καταγόταν από τη Βυτίνα της Γορτυνίας και εργαζόταν ως τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη. Ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, μαζί με τα αδέλφια του, Ιωάννη και Κωνσταντίνο, και την αδελφή τους, σύζυγο αργότερα του Δημητρίου Σκαναβή, είχαν εγκατασταθεί στην Πόλη πιθανόν μετά τα Ορλοφικά (1770). Η μητέρα του ιστορικού ήταν η Ταρσία Νικοκλή.

 Πηγή: http://www.nationalgeographic.gr/iee/

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος είχε και άλλα αδέλφια, τον πρεσβύτερο Σκαρλάτο, τον Μιχαήλ, τον Νικόλαο και τον Πέτρο, που διατέλεσε και καθηγητής στη Νομική Σχολή Αθηνών, και τουλάχιστον πέντε αδελφές (Λούκια, Ζωή, Ραλλού, Ελένη και Ευφροσύνη).


Μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ο Δημήτριος συνελήφθη μαζί με το γιο του Μιχαήλ, τον αδελφό του Ιωάννη και το γαμπρό του (από την αδελφή του), επιφανή Φαναριώτη Δημήτριο Σκαναβή, και εκτελέστηκαν ως αντίποινα για την εξέγερση. Η μητέρα του Κωνσταντίνου πήρε τα υπόλοιπα παιδιά της και, αφού εγκατέλειψε τη μεγάλη περιουσία της οικογένειας, κατέφυγε στη Ρωσία. Εκεί ο Κωνσταντίνος και ο αδελφός του Πέτρος, ως υπότροφοι της ρωσικής κυβέρνησης και του τσάρου Αλεξάνδρου Α', φοίτησαν στο Αυτοκρατορικό Λύκειο της Οδησσού (Λύκειο Ρισελιέ).

Ο πολυπράγμονας και ενίοτε πρόθυμα κακολόγος, σύμφωνα με τον Κ.Θ.Δημαρά, Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, τον θυμάται στο σχολείο, «μικρόν τότε βαρυκέφαλον και μάλλον δυσμαθές παι- δίον» - δεν λάμβανε υπόψη του όμως τις σωματικές και ψυχικές ταλαιπωρίες που είχε υποστεί ο επταετής πρόσφυγας.


Το 1828, ή λίγο αργότερα, επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με μέλη της οικογένειάς του. Πρώτα πήγε στο Ναύπλιο και αργότερα στην Αίγινα, όπου μαθήτευσε στο Κεντρικόν Σχολείον της Αίγινας κοντά στον Γεώργιο Γεννάδιο - ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι αποφοίτησε. Είναι χαρακτηριστικά αυτά που έπειτα από χρόνια έγραψε ο ίδιος για τις σπουδές του (1871): «Ούτε Πανεπιστημίου, ούτε Γυμνασίου, ούτε Ελληνικού σχολείου, ούτε αλληλοδιδακτικού είχα δίπλωμα». Εκεί παρέμεινε μέχρι τη δολοφονία του Καποδίστρια, στην πολιτική του οποίου, ακολουθώντας το ρεύμα που επικρατούσε στη μαθητική νεολαία της εποχής, είχε εκδηλώσει την αντίθεσή του.

Πολύ αργότερα όμως, ώριμος άνδρας πλέον, κατά την τελετή αποκάλυψης του ανδριάντα του στην Κέρκυρα, είπε τα εξής: «Η περί του Κυβερνήτου αλήθεια δεν θέλει αποκαλυ- φθή ενόσω το Ελληνικόν Έθνος δεν εννοήση τι εστί κυβέρνησις. Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήτο εκ των πολιτικών ανδρών εκείνων οίτινες αναλαμβάνοντες εν καιροίς κρισίμοις την των πραγμάτων κυβέρνησιν ή σώζουσι την πολιτείαν ή θνήσκουσιν».


Από την Αίγινα μετέβη στη νέα πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, το Ναύπλιο, και το 1834 διορίστηκε από το γραμματέα -υπουργό- Δικαιοσύνης, Κωνσταντίνο Σχινά, γραφέας στη γραμματεία του υπουργείου. Ο Κ.Σχινάς (1801-1857) υπήρξε φίλος και προστάτης του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου και σε αρκετές περιπτώσεις, ιδιαίτερα σε ό,τι είχε να κάνει με το διορισμό του ιστορικού στο πανεπιστήμιο, τον βοήθησε πολύ. Ο Παπαρρηγόπουλος παρακολούθησε, κατ' εντολή της Αντιβασιλείας και του υπουργού, τη δίκη του Κολοκοτρώνη και μετέφρασε στα γαλλικά τα πρακτικά της.


Παρ' όλο που δεν έκανε συστηματικές σπουδές, όπως και ο ίδιος παραδεχόταν, ήταν φιλοαναγνώστης σπουδαίος και αυτό φάνηκε από τα πρώτα κιόλας γραπτά του. Παράλληλα, ασχολήθηκε με την ιστορική έρευνα και το 1843 εξέδωσε την πρώτη του μελέτη με τίτλο «Περί της εποικήσεως σλαβικών τινών φύλων εις την Πελοπόννησον», στην οποία ανασκεύασε τις περί εκσλαβισμού της Πελοποννήσου θεωρίες του Γερμανού ιστορικού Φαλμεράιερ.


Εξελίχθηκε μέχρι το βαθμό του τμηματάρχη, από τον οποίο παύτηκε το 1845 εξαιτίας του περί αυτοχθόνων και ετεροχθόνων ψηφίσματος της Εθνοσυνέλευσης, επειδή χαρακτηρίστηκε ως ετερόχθων, καθότι Φαναριώτης. Εκείνη τη δύσκολη περίοδο ο Κωνσταντίνος και τα αδέλφια του υπεραμύνθηκαν της οικογενειακής τιμής κυρίως με άρθρα και δηλώσεις στις εφημερίδες της εποχής. Η πιο σημαντική από αυτές τις δηλώσεις δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ο Χρόνος στις 5 Μαΐου 1845.
Μετά την παύση του από τη δημόσια υπηρεσία τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο παντρεμένος ήδη από το 1841 Κωνσταντίνος ήταν πάρα πολλά (από τη σύζυγο του Μαρία Αφθονίδη, επίσης από την Πόλη, απέκτησε τον Δημήτριο [1843], το μετέπειτα ποιητή, την Αγλαΐα [1849] και την Ελένη [1854]).

Την κρίσιμη εκείνη στιγμή εμφανίστηκε ως αρωγός του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου ο πρωθυπουργός Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος τον περιέβαλε με την εμπιστοσύνη του και συνέβαλε στην οριστική ενασχόλησή του με την ιστοριογραφία. Έτσι, το 1845 δημοσίευσε μετάφραση του γαλλικού σχολικού εγχειριδίου του Levi-Alvares, «Στοιχεία της γενικής ιστορίας κατά το σύστημα του Γάλλου Λευΐ», το οποίο συστήθηκε από το υπουργείο, με σχετική εγκύκλιο, να χρησιμοποιείται για τη διδασκαλία της ιστορίας στα σχολεία.

Ο καθηγητής ιστορίας στο Γυμνάσιο Αθηνών, Γρηγόριος Γ. Παπαδόπουλος, αντέδρασε, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ένας πόλεμος δημοσιευμάτων ανάμεσα σε αυτόν και τον Παπαρρηγόπουλο, που κατέληξε στη δυσμενή του με-τάθεση. Στη θέση που εκκενώθηκε στο Γυμνάσιο Αθηνών ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος προσελήφθη ως καθηγητής το 1846 - γυμνασιάρχης ήταν ο παλιός του δάσκαλος Γεννάδιος (η εκπαίδευση ήταν ο μοναδικός τομέας του Δημοσίου στον οποίο δεν ίσχυε ο νόμος για τους ετερόχθονες).

Ταυτόχρονα, συνέχισε να ασχολείται με την ιστορία και τη συγγραφή μελετών. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι εκείνη την περίοδο ο ιστορικός δεν είχε ακόμη διαμορφώσει τις βασικές του απόψεις για την ελληνική ιστορία και ιστοριογραφία. Το στοιχείο αυτό φάνηκε στα σχόλια του Levi για το Βυζάντιο, τα οποία ήταν ιδιαίτερα επικριτικά («Από του θανάτου του Ηρακλείου -641- μέχρι της αναρρήσεως των Κομνηνών - 1081- η βυζαντινή ιστορία παρίστησι μονότονον σειρά κακουργημάτων [...]») και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος τα διατήρησε και τα ανέδειξε. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος ήταν επίσης κοντά στην ιδεολογία του Ρίζου Νερουλού, αλλά και σε εκείνους που ασπάζονταν την άποψη για την κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδας στη σύγχρονη Ελλάδα. Για τη στάση του μάλιστα αυτή απέναντι στο Βυζάντιο τον έψεξε ο παλιός του αντίπαλος Γρηγόριος Γ. Παπαδόπουλος.


Το 1848 προσπάθησε να εκλεγεί υφηγητής στη Φι-λοσοφική Σχολή, αλλά απέτυχε, αφού, σύμφωνα με τους καθηγητές της σχολής, στερούνταν τα τυπικά προσόντα (διδακτορικό δίπλωμα), ενώ δεν είχε κάνει και συστηματικές σπουδές στην ιστορία. Αν και το σκεπτικό της απόρριψης ήταν ορθό, η ίδια η σχολή είχε εκλέξει ως υφηγητή τον Κ.Καστόρχην, που δεν διέφερε πολύ από τον Παπαρρηγόπουλο στα τυπικά προσόντα. Ο Παπαρρηγόπουλος προσπάθησε άλλες δύο φορές να εκλεγεί υφηγητής στην ίδια σχολή, όμως και πάλι απέτυχε. Τελικά, κατόρθωσε να ξεπεράσει το τυπικό κώλυμα έλλειψης διδακτορικού διπλώματος, μια και ο παλιός του προϊστάμενος στο υπουργείο Δικαιοσύνης και ήδη πρεσβευτής στο Μόναχο, Κωνσταντίνος Σχινάς, κατάφερε να του απονεμηθεί από το πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας της Βαυαρίας δίπλωμα «εν απουσία του» (in absentia). To 1850 εκλέχτηκε στη Νομική Σχολή Αθηνών - στην οποία ο αδελφός του Πέτρος ήταν καθηγητής- υφηγητής ιστορίας του δημοσίου δικαίου των αρχαίων - ανέπτυξε μάλιστα στο «δοκιμαστήριον μάθημα τα περί του Σπαρτιάτικου πολιτεύματος». Το 1852 έγινε έκτακτος καθηγητής ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή και το 1855 τακτικός.


Σύνδεση Χρήστη





Δεν έχετε λογαριασμό ακόμα; Δημιουργία λογαριασμού

Online χρήστες

Έχουμε 112 επισκέπτες σε σύνδεση

Στατιστικά

Επισκέπτες: 5155994