Αγροτική έρευνα, αγροτική πολιτική, ενημέρωση και εκπαίδευση αγροτών, όλα ανύπαρκτα
Ακολουθούσε μια στρατηγική μεγιστοποίησης της παραγωγής, αυξάνοντας τις εισροές, ώστε εκμεταλλευόμενος τις υψηλές λόγω επιδοτήσεων τιμές να μεγιστοποιήσει το εισόδημά του. Με μια παραγωγή της τάξεως των 350 κιλών το στρέμμα και τιμή κοντά στο 1 € εισέπραττε 350 € το στρέμμα. Με τη νέα ΚΑΠ ο ίδιος παραγωγός εισπράττει εισοδηματική ενίσχυση 97 €/στρέμμα και αποσυνδεδεμένη ενίσχυση 50 €/στρέμμα (μείον κάποιες κρατήσεις). Η αξία της παραγωγής φέτος ήταν περίπου 70 €/στρέμμα δηλαδή μείωση του εισοδήματος κατά περισσότερο από 100 €/ στρέμμα που κάνει την επιβίωσή του αδύνατη. Ακόμα και με μια μεγαλύτερη τιμή από τη φετινή η πιθανότητα να μη ζημιωθεί ο παραγωγός από την καλλιέργεια είναι μάλλον Η συνέντευξη του μήνα... 18 Γεωργία - Κτηνοτροφία, τεύχος 2/2009 μικρή. Το ίδιο ίσχυσε και για άλλες καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι και αυτό επέτεινε το αδιέξοδο. Ατυχώς στη χώρα μας η συζήτηση για τη νέα ΚΑΠ περιορίστηκε στο αν οι επιδοτήσεις παραμένουν οι ίδιες ή όχι.
Καμία συζήτηση για τα ζητούμενα και τις επιπτώσεις της αλλαγής. Η νέα ΚΑΠ δεν ήταν μόνο μια αλλαγή του τρόπου καταβολής των ενισχύσεων αλλά επιδίωκε ουσιαστικές αλλαγές στις καλλιεργητικές τεχνικές και τις ακολουθούμενες πρακτικές μέσω της επιβολής των αγροπεριβαλλοντικών μέτρων. Στη χώρα μας η συζήτηση αυτή δεν έγινε. Η τότε κυβέρνηση φρόντισε να ψηφίσει ένα νόμο για τις ορθές γεωργικές πρακτικές, άτολμο και ανίκανο να επιτύχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα (και αμέσως τον ξέχασε) μόνο για να καλύψει τις απαιτήσεις της ΕΕ. Τι θα γίνει όταν θα έρθουν οι έλεγχοι της ΕΕ; Προφανώς αυτό θα αντιμετωπίσει ο τότε υπουργός και κυβέρνηση άρα εκτός άμεσου ενδιαφέροντος. Κυρίως όμως δεν φρόντισε να ενημερώσει τους αγρότες και να τους βοηθήσει να ακολουθήσουν μια νέα στρατηγική που θα τους εξασφάλιζε εισόδημα για να ζήσουν. Με δεδομένο ότι οι τιμές ανεβοκατεβαίνουν κάθε χρόνο θα πρέπει ο παραγωγός να καλλιεργήσει περισσότερες καλλιέργειες για να έχει εισόδημα. Ναι, αλλά Αγροτική Ελλάδα δεν είναι μόνον ο θεσσαλικός κάμπος και οι μικροί αισθάνονται… ασφυξία Είναι προφανές ότι η γεωργία διαφόρων περιοχών της χώρας έχει διαφορές και έχει επηρεαστεί διαφορετικά από την αλλαγή της ΚΑΠ.
Ταυτόχρονα αγρότες μικρού μεγέθους έχουν επηρεαστεί διαφορετικά από αγρότες με μεγάλες εκμεταλλεύσεις. Θα μιλήσω περισσότερο για τον Θεσσαλό αγρότη που γνωρίζω καλύτερα τα προβλήματα. Τα προβλήματα είναι παρόμοια τόσο για την Κεντρική όσο και για τη Βόρεια Ελλάδα αλλά και σε άλλες περιοχές της χώρας. Ένας μικρός αγρότης των 50-100 στρεμμάτων πλέον δεν μπορεί να ζήσει με το εισόδημα των μεγάλων καλλιεργειών. Έχει δύο επιλογές. Να εγκαταλείψει τη γεωργία και να αναζητήσει την τύχη του στην πόλη και να νοικιάσει ή πουλήσει τα χωράφια του σε άλλους που θα μεγαλώσουν και θα κάνουν τις εκμεταλλεύσεις τους περισσότερο βιώσιμες. Παρ’ όλο που αυτό έγινε σε μεγάλη έκταση στις προηγούμενες δεκαετίες (μια έρευνα της δεκαετίας του 1990 έδειξε ότι στις περισσότερες εκμεταλλεύσεις δεν υπήρχε διαδοχή) ακόμα ο αριθμός των αγροτών είναι μεγάλος για το εισόδημα που παράγουν. Εναλλακτικά να βρει κάποια απασχόληση στη βιομηχανία ή αλλού και να διατηρήσει με μερική απασχόληση των εκμετάλλευση συμπληρώνοντας το εισόδημα με τη δεύτερη εργασία.
Ατυχώς η περίοδος που διανύουμε δεν είναι κατάλληλη για αναζήτηση δουλειάς καθώς με την κρίση η ανεργία αυξάνεται. Η δεύτερη λύση είναι να αυξήσει το εισόδημά του εισάγοντας καλλιέργειες με μεγαλύτερη αξία και φυσικά με περσότερη εργασία όπως τα οπωροκηπευτικά. Μια μερίδα ορεινών περιοχών θα μπορούσε να κατευθυνθεί σε παραγωγή προϊόντων ειδικής αξίας (βιολογικές καλλιέργειες) σε συνδυασμό με ετεροαπασχόληση σε αγροτουρισμό, σε μικρής κλίμακας μεταποίηση τοπικών προϊόντων και άλλες τέτοιες δραστηριότητες που θα έδινε εργασία και εισόδημα σε μειονεκτικές περιοχές. Στις πεδινές περιοχές οι μικροί παραγωγοί θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε παραγωγή οπωροκηπευτικών κοινής ποιότητας αλλά χαμηλού κόστους παραγωγής που θα μπορούσε να επιτευχθεί με εκμηχάνιση των καλλιεργειών.
Σήμερα υπάρχουν μηχανές που μπορούν να εκμηχανίσουν μια σειρά καλλιεργητικών εργασιών από τη μεταφύτευση μέχρι τη συγκομιδή. Τα προϊόντα θα μπορούσαν να εξαχθούν ως νωπά μέσω των νέων οδικών δικτύων που κατασκευάζονται μέσω Βουλγαρίας και Ρουμανίας και δίνουν γρήγορη και εύκολη πρόσβαση σε αγορές του Βορά που θα αναζητούν περισσότερα οπωροκηπευτικά καθώς το εισόδημά τους θα βελτιώνεται. Και όλα αυτά θα τα κάνουν μόνοι τους, χωρίς κάποιες κατευθύνσεις; Εδώ ακριβώς χρειάζεται η βοήθεια από τους κρατικούς φορείς. Από την επιλογή ή δημιουργία κατάλληλων ποικιλιών, ανάπτυξη των κατάλληλων καλλιεργητικών πρακτικών, εισαγωγή και προσαρμογή στις τοπικές συνθήκες του κατάλληλου μηχανικού εξοπλισμού, βελτίωση της τυποποίησης, δημιουργία και στήριξη σημάτων ποιότητας, εισαγωγή νέας τεχνολογίας στην καλλιέργεια και διακίνηση των προϊόντων (γεωργία ακριβείας, ιχνηλασιμότητα, διαλογή, τυποίηση) και ότι άλλο χρειάζεται.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα: όλα τα πιο πάνω χρειάζονται μελέτη, έρευνα και ανάπτυξη προϊόντων και χρόνο. ¨Όλα είναι στοιχεία που δεν ταιριάζουν στο πολιτικό σύστημα της χώρας που βλέπει τα πάντα στο όριο μιας θητείας υπουργού και στο πλαίσιο της επανεκλογής στις επόμενες εκλογές. Ένα τμήμα της γεωργίας των πεδινών περιοχών θα συνεχίσει να στηρίζεται στη μεγάλη καλλιέργεια. Κατά τη γνώμη μου εδώ χρειάζεται πλέον μια νέα στρατηγική των αγροτών που να επιδιώκει εξασφάλιση εισοδήματος μέσω αμειψισπορών, επιλογής κατάλληλων καλλιεργειών, επέκτασης της εκμηχάνισης και εισαγωγής νέας τεχνολογίας που θα μειώσει το κόστος παραγωγής. Δεδομένου ότι οι τιμές διαμορφώνονται πλέον με τις διεθνείς τιμές που από χρόνο σε χρόνο μεταβάλλονται θα πρέπει ο παραγωγός να καλλιεργεί διάφορες καλλιέργειες που θα του δίνουν εισόδημα. Για παράδειγμα το 2007 το εισόδημα έδωσαν τα σιτηρά ενώ το 2008 οι ελαιούχοι σπόροι (τιμή σιτηρών γύρω στα 200 €/τόνο, ηλίανθος γύρω στα 400 €/τόνο). Είναι πιθανό τον επόμενο χρόνο το εισόδημα να το δώσει το βαμβάκι. Επομένως, καλά είναι ο γεωργός να καλλιεργεί σε αμειψισπορά περισσότερες καλλιέργειες που θα του εξασφαλίζουν εισόδημα. Εδώ χρειάζεται καλύτερη διαχείριση των πόρων ώστε να μειωθεί το κόστος παραγωγής και το εισόδημα από τις καλλιέργειες με την αποσυνδεδεμένη επιδότηση να καλύπτει τις ανάγκες της αγροτικής οικογένειας. .