Η Ναυμαχία στο Ναυαρίνο
1827.
Ένα από τα τραγικότερα χρόνια στην πορεία της ελληνικής επαναστάσεως.
Πριν ένα χρόνο είχε πέσει το ηρωικό Μεσολόγγι. Τον Ιούνιο του 1827
έπεσε κι ένα άλλο μεγάλο και ιστορικό οχυρό: Η Ακρόπολη των Αθηνών.
Oλόκληρη η Ηπειρωτική Ελλάδα βρισκόταν στα χέρια του εχθρού. Η
Πελοπόννησος στέναζε και ασφυκτιούσε κάτω από την πίεση και του
δεύτερου κατακτητή: Τον Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου. Τα ελληνικά πελάγη
ήταν έρμαιο των πειρατών. Η αναρχία και οι διχόνοιες συγκλόνιζαν το
Ναύπλιο. Οι πολυετείς αγώνες και οι θυσίες του ελληνικού λαού
βρίσκονταν εμπρός σ´ ένα θανάσιμο κίνδυνο.
Η Τουρκία φυσικά
προσπάθησε να εκμεταλλευθεί την κατάσταση και απέκρουε με ετοιμότητα
όλες τις ειρηνευτικές ενέργειες των πρέσβεων της Ρωσίας και Αγγλίας
στην Κωνσταντινούπολη, έπειτα από την υπογραφή του αγγλορωσικού
πρωτοκόλλου του 1826, που είχε υπογραφεί στην Πετρούπολη στις 4
Απριλίου. Το πρωτόκολλο αυτό ήταν το πρώτο επίσημο διπλωματικό έγγραφο,
που αναγνώριζε πολιτική ύπαρξη της Ελλάδος.
Οι κυβερνήσεις των μεγάλων Δυνάμεων στην πραγματικότητα δεν επιθυμούσαν την ουσιαστική επιτυχία της ελληνικής επαναστάσεως και την αποκατάσταση της Ελλάδος σε εντελώς ανεξάρτητο κράτος. Στόχος του ειρηνευτικού αυτού διακανονισμού ήταν η επαναφορά και αποκατάσταση του status quo ante bellum - του προ του πολέμου status quo (=καθεστώτος) - του οποίου μέρος αποτελούσε και η ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η υπογραφή του
πρωτοκόλλου της 4 Απριλίου, που αποτελούσε ένα βήμα θετικής εξελίξεως
στο διπλωματικό πεδίο υπέρ των Ελλήνων, τελικά αποδείχθηκε αρνητική για
την πορεία του αγώνα τους, μακροπρόθεσμα.
Τον ίδιο χρόνο, το 1826,
διορίστηκε στην Κωνσταντινούπολη από τη βρετανική κυβέρνηση ο νέος
πρέσβης της Στράτφορντ Κάνιγκ, πρώτος εξάδελφος του υπουργού των
Εξωτερικών Γεωργίου Κάνιγκ. Με αφετηρία το πρωτόκολλο Αγγλίας-Ρωσίας,
προσπάθησε να επιτύχει ευρύτερη συμφωνία για την κατάπαυση του πολέμoυ
στην Ελλάδα και κατόρθωσε να παρασύρει και την εκ παραδόσεως φιλότουρκη
Γαλλία υπέρ των Ελλήνων, παρά την αντίδραση του Αυστριακού καγκελλαρίου
Metternich και την αμφιλεγόμενη στάση της Πρωσία. Οι πρέσβεις των τριών
Δυνάμεων - Ο Ριμποπιέρ της Ρωσίας, ο Γκιγιεμινό της Γαλλίας και ο
Κάνιγκ της Αγγλία - προκειμένου να πείσουν το σουλτάνο να δεχθεί την
κατάπαυση των εχθροπραξιών, έφθασαν στην ακραία απειλή ότι θα
αποχωρούσαν από την Κωνσταντινούπολη οι πρέσβεις των χωρών τους.
Συστηματική πίεση προς τη Πύλη για τη σύναψη ειρήνης άρχισαν από τον
Φεβρουάριο του 1827, ενώ ο Άγγλος πρέσβης προσφέρθηκε vα μεσολαβήσει
στις εμπόλεμες χώρες - Ελλάδα, Τουρκία - για την κατάπαυση του πυρός
και συχρόνως την πληροφορούσε για την υπογραφή του πρωτοκόλλου της 4ης
Απριλίου 1826. Η Πύλη αρνήθηκε κατηγορηματικά την μεσολάβηση της
Αγγλίας και χαρακτήρισε περιφρονητικό το πρωτόκολλο ως "ένα άχρηστο
κομμάτι χαρτί".
Όλες αυτές οι διαβουλεύσεις και παρασκηνιακές ενέργειες των τριών προστατίδων δυνάμεων γίνονταν εν αγνοία των Ελλήνων, ή σαν να μην ήταν η ενδιαφερομένη άμεσα χώρα. Το μόνο στοιχείο από την πλευρά των ξένων Δυνάμεων ήταν η ενεργός παρουσία στις πολεμικές επιχειρήσεις μερικών Άγγλων και Γάλλων αξιωματικών, όπως ο Κόδριγκτον, ο Κόχραν, ο Φαβιέρος, ο Δεριγνύ, ο Χάμιλτον - οι οποίοι συνήθως ενεργούσαν υπέρ του ελληνικού αγώνος πολύ πέραν των προθέσεων των κυβερνήσεών τους.
Η τραγική επιδείνωση της καταστάσεως στην επαναστατημένη Ελλάδα, και κυρίως μετά την απόβαση στην Πελοπόννησο, από τον Φεβρουάριο του 1825, του αιγυπτιακού στρατού, με επικεφαλής τον Ιμπραήμ πασά, ανησύχησε επιτέλους τις αυτοκαλούμενες πρoστάτιδες Δυνάμεις και άρχισαν σχετικές ενέργειες για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος. Το όψιμο ενδιαφέρον τους φυσικά δεν πήγαζε από την ειλικρινή αγάπη τους για τον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό και για την Ελλάδα, στην οποία όλη η Ευρώπη όφειλε τα πολιτιστικά και πνευματικά τροφεία. Το ενδιαφέρον τους βασικά ξεκινούσε από τις μεταξύ τους αντιζηλίες στον αγώνα τους για το προβάδισμα και την επιρροή στο νευραλγικό αυτό χώρο. Η σταδιακή κατάρρευση και παρακμή του "μεγάλου ασθενούς", της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αύξησε το ενδιαφέρον τους για την έκβαση του αγώνος των Ελλήνων.
Η στάση και οι ενέργειες των ευρωπαϊκών δυνάμεων στο ελληνικό ζήτημα υπαγορευόταν από διαφορετικά και αντικρουόμενα μεταξύ τους κίνητρα, κυρίως κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων ανάμεσά τους. Η καχυποψία και ο φόβος της μιας για ενεργό επέμβαση της άλλης αύξανε το ενδιαφέρον τους για τη λύση του ελληνικού ζητήματος. Ο πρέσβης της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη Κάνιγκ κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες, προκειμένου να αναλάβει η χώρα του την πρωτοβουλία για τη διευθέτηση του ζητήματος. Στις ενέργειές του αυτές είχε - κατά ένα σημαντικό ποσοστό - και τη συγκατάθεση της μιας από τις εσωκομματικές παρατάξεις των Ελλήνων, οι οποίοι απογοητευμένοι από τη στάση της Ρωσίας είχαν στραφεί προς την Αγγλία. Κύριος στόχος του Κάνιγκ ήταν η εξουδετέρωση ή έστω ο περιορισμός της επιρροής της Ρωσίας στον ελληνικό χώρο. Οι προσπάθειές του όμως προσέκρουαν στο πρωτόκολλο της Πετρουπόλεως, το οποίο έδινε δικαίωμα στη Ρωσία και της μονομερούς ακόμη επεμβάσεως στο ελληνικό ζήτημα. Αντιδρώντας στις διπλωματικές ενέργειες του Άγγλου πρέσβη η Ρωσία τον πίεζε εκβιαστικά να προχωρήσουν οι δυο χώρες τους - απομακρύνοντας τις άλλες, Γαλλία, Αυστρία, Πρωσία - στη λύση που εκείνη θα ενέκρινε. Χαρακτηριστικές είναι οι οδηγίες του Ρώσου υπουργού των Εξωτερικών Νέσελροδ, που έστειλε στον πρέσβη του στο Λονδίνο Λίβεν, στις 9 Ιανουαρίου 1827, και αφορούσαν κυρίως στον διαγραφόμενο κίνδυνο από τον αιγυπτιακό στόλο εναντίον των λιμανιών της Πελοποννήσου "Τα πραγματικά εξαναγκαστικά μέτρα στα οποία αποδίδουμε μεγάλη σημασία είναι να ενωθούν οι ναυτικές μας μοίρες, με στόχο να εμποδίσουμε την είσοδο τουρκικών ή αιγυπτιακών ενισχύσεων στρατιωτών, όπλων πλοίων και πολεμοφοδίων στην Πελοπόννησο ή στο Αρχιπέλαγος... Αν ο κύριος Κάνιγκ αρνηθεί μια συνθήκη σύμφωνη με τις δικές μας επιθυμίες... ο αυτοκράτοράς μας σας υποβάλλει μια άλλη μέθοδο διαπραγματεύσεων, ως εφεδρικό μέσο, που θα μεταχειρισθείτε σε έσχατη ανάγκη...". Αυτή η μέθοδος συνίστατο στις εξής επισημάνσεις. Ο Λίβεν θα έπρεπε να υπενθυμίσει κατηγορηματικά στον Κάνιγκ, το 60 άρθρο του πρωτοκόλλου της Πετρουπόλεως της 4ης Απριλίου 1826, σύμφωνα μετο οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη διατηρούσαν το δικαίωμα να εκμεταλλεύονται κάθε ευνοϊκή ευκαιρία για να αναγκάσουν τη Τουρκία να δεχθεί τις αποφάσεις τους για την κατάπαυση του πολέμου στην Ελλάδα.
Η Γαλλία, που μέχρι τότε έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο στο αγγλορωσικό παιχνίδι, κατέβαλλε μεγάλες διπλωματικές προσπάθειες για να κερδίσει ισότιμη θέση στο σχέδιο για την επίλυση του ελληνικού ζητήματος και να αυξήσει την επιρροή της στην ανατολική Μεσόγειο. Η εξέλιξη των γεγονότων την προβλημάτιζε κατά πόσον τη συνέφερε να μένει αμετακίνητη στην φιλοτουρκική πολίτική της.
Η Αυστρία - αμετακίνητη πάντοτε στην
ανθελληνική πολιτική της - με διπλωματικές ραδιουργίες, προσπαθούσε να
ματαιώσει την αγγλορωσογαλλική συμφωνία. Όταν αντιμετώπισε αντιδράσεις
στις ενέργειές της πρότεινε παραπλανητικά πενταμερείς συζητήσεις - με
συμμετοχή και της Πρωσίας - στο Λονδίνο, με στόχο να καθυστερήσει τη
σύναψη συνθήκης και τη λήψη οριστικών αποφάσεων, αποβλέποντας σε αλλαγή
του ευρωπαϊκού πολιτικού κλίματος. Το γεγονός ότι η αυστριακή πρόταση
βρήκε θερμούς υποστηρικτές στους συντηρητικούς κυβερνητικούς κύκλους
της Αγγλίας, που πάντοτε έβλεπαν με καχυποψία και πολλές επιφυλάξεις
την ενδεχόμενη απελευθέρωση της Ελλάδος, είναι ανδεικτικό και για τις
αγγλικές προθέσεις.
Οι διάφοροι ισχυροί φιλελληνικοί παράγοντες
της Ευρώπης, απογοητευμένοι από τις πολιτικές "ίντριγκες" των
κυβερνήσεων των χωρών τους, δικαιολογημένα δυσπιστούσαν ως προς την
ειλικρίνεια των προθέσεών τους απέναντι στην Ελλάδα. Και αυτός ακόμη ο
Άγγλος "στόλαρχος του ελληνικού ναυτικού" Κόχραν, με την τυχοδιωκτική
ζωή του και τη νεφελώδη στάση του, έγραφε στο διοικητή της αγγλικής
μοίρας Hamilton, στις 10/22 Ιανουαρίου 1827, να εκδηλώσει πιο ενεργά
και αποτελεσματικά τα φιλελληνικά του αισθήματα: "Οι φιλελληνικές
επιτροπές υποπτεύονται πολύ και δυσπιστούν για την ειλικρίνεια των
Δυνάμεων απέναντι στον αγώνα των Ελλήνων και κυρίως της Αυστρίας και
της Ρωσίας, χωρίς να εξαιρούν και τη Γαλλία. Νομίζω ότι οι δύο πρώτες
δεν επιθυμούν παρά ένα συμβιβασμό, με τον όρο να εγκαταστήσουν και πάλι
τους Τούρκους στην Ελλάδα. Στην απελευθέρωση των Ελλήνων από τους
Τούρκους – όπως σωστά είχε επισημάνει ο Hamilton - αντιδρούσαν οι
συμπατριώτες του πλοιοκτήτες, έμποροι και πρόξενοι, οι οποίοι
αντιμετώπιζαν με φόβο τις ναυτιλιακές και εμπορικές επιτυχείς
δραστηριότητες των Ελλήνων. Αυτοί ήταν οι λεγόμενοι Φραγκολεβαντίνοι -
κυρίως της Σμύρνης οι οποίοι με πρωτοφανή τρόπο είχαν πανηγυρίσει για
την καταστροφή και σφαγή των κατοίκων της μαρτυρικής Χίου και τη
βάρβαρη χαρά τους την είχαν διατυπώσει και γραπτώς στην εφημερίδα τους
"Spectateur Oriental"
Στις 19 Ιανουαρίου 1827, η Γαλλία - με
δική της πρωτοβουλία - συνέταξε και υπέβαλε στην κρίση της Αγγλίας
σχέδιο συνθήκης για την ειρήνευση της Ελλάδος, το οποίο όμως δεν
προέβλεπε τρόπους εξαναγκασμού της Τουρκίας για αποδοχή. Στο σχέδιο
αυτό η Αγγλία δεν εκδήλωσε άμεσο ενδιαφέρον.