Ο Παναγιώτης Μπενάκης και οι Μανιάτες
Ο Παναγιώτης Μπενάκης, που έζησε στην Καλαμάτα μέχρι το 1770, ήταν ο πλουσιότερος, ο επιφανέστερος και ο πιο πετυχημένος Ελληνας του Μοριά. Απολάμβανε το σεβασμό και την αγάπη των ομοεθνών του και εξαγόραζε με πανάκριβα δώρα την εκτίμηση, την αποδοχή και την εμπιστοσύνη των Τούρκων. Ελαβε ενεργό ρόλο στην προετοιμασία της αποτυχημένης Επανάστασης του 1770 και είναι ο αδικημένος από την πρόχειρη κρίση της ιστορίας, που του καταλογίζει σοβαρή ευθύνη, για τις καταστροφές που ακολούθησαν στο Μοριά.
Κανένας όμως δεν αναρωτήθηκε, πώς θα έκριναν οι ιστορικοί εκείνον τον πλούσιο Ελληνα, ο οποίος έμεινε αδιάφορος και αδρανής στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας του, γιατί ήταν ικανοποιημένος από την επικρατούσα τότε κατάσταση και του αρκούσε να απολαμβάνει τα άφθονα αγαθά του και να έχει την αναγνώριση και την ανοχή των Τούρκων.
Ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας ο οποίος ξεσήκωσε τους Ελληνες με ανήκουστα ψέματα, για να πάρουν μέρος στην Επανάσταση του 1821, είναι γραμμένος με χρυσά γράμματα στην ελληνική ιστορία σαν ‘‘μπουρλοτιέρης των ψυχών’’. Ο Παναγιώτης Μπενάκης, ο οποίος βλέποντας τα ρωσικά πλοία στο Μεσσηνιακό Κόλπο, ξεσήκωσε και αυτός τους Ελληνες, είναι απόβλητος των αγωνιστών του γένους. Η διαφορά τους είναι ότι ο πρώτος δικαιώθηκε από την έκβαση της επανάστασης. Οι γραμμές αυτές δεν στοχεύουν στην αμφισβήτηση του τιμητικού τίτλου του αρχιμανδρίτη Δικαίου, αλλά να καταδείξουν την άδικη και επιπόλαιη κρίση των ιστορικών για τον αδικημένο Παναγιώτη Μπενάκη.
Ο Παναγιώτης Μπενάκης ήταν γιος του Καλαματιανού προύχοντα Μπένου Ψάλτη και της Σταθούλας κόρης του Λιμπεράκη Γερακάρη.
Από την καταγωγή του είχε τόσο συγγενικές, όσο και εμπορικές σχέσεις με τους σημαντικούς Μανιάτες. Εμπορευόταν βελανίδι και ήταν ενοικιαστής του φόρου λαδιού και άλλων προϊόντων της Εξω Μάνης. Ο Τζανής ή Τζανέτος Γρηγοράκης, ο μετέπειτα μπέης της Μάνης, τον αποκαλούσε “θείο’’, αλλά δεν είναι γνωστός ο συγγενικός δεσμός στις λεπτομέρειές του.
Το 1765 του πούλησε βελανίδι εκ μέρους της οικογενείας του, δηλαδή της καπετάνισσας μητέρας του και των αδελφών το καπετάν Γιωργάκη και κυρ Πιέρου Γρηγοράκη. Από το γεγονός ότι στην αγοραπωλησία συμμετείχε η καπετάνισσα μητέρα του, προκύπτει ότι αυτή είχε το κουμάντο του σπιτιού και κατά συνέπεια ο πατέρας του, ο καπετάν Δημήτριος Γρηγοράκης, δεν θα ζούσε. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τον τίτλο του καπετάνιου που έφερε ο γιος του Δημητρίου, ο καπετάν Γεώργιος Γρηγοράκης, ο οποίος όπως φαίνεται τον είχε διαδεχθεί στην καπετανία. Το συμφωνητικό είναι το ακόλουθο: “:1765: Ιουνίου: 12: Καλαμάτα.
Διά του παρόντος γράμματος φανερώνει και ομολογεί ότι ο κάτωθεν γεγραμμένος κυρ Τζανετάκης Καπετανάκης, πως την σήμερον επούλησε από μέρος της κυρίας μητέρας του καπετάνισσας και του αδελφού του καπετάν κυρ Γιωργάκη, και του αδελφού του κυρ Πιέρος, του άρχων μπάρμπα του Παναγιώτη Μπενάκη βελανίδι χιλιάδας τετρακόσιες Νο: 400: χαμάδα και αποδέλοιπο κατά της πραμμάτιας το καλλιότερο οπού να’ ναι, το οποίο βελανίδι αγρικιέται το παζάρι του προς εφτά γρόσια την χιλιάδα φράνκος αμπόρδο (ελεύθερο δασμού επί του καταστρώματος του πλοίου), και υπόσχονται ναν το παραδώσουν τον ερχάμενον Μάρτιον, Απρίλιο ή και όλον και τον Μάιον, ότι καιρό έρθει το μπασιμέντο (είδος πλοίου).
Και πηγαίνοντας το μπασιμέντο να το περιλάβη να έχει ναν τους κάνει την τελείαν ξεπληρωμήν του αυτού βελανιδίου. Και διά βέβαιον της Αληθείας έγινε το παρόν εις ένδειξιν βεβαιωμένο ιδιοχειρός του.
Τζανέτος Ληγοράκης βεβαιώνω Μιχάλης: Γιαννάκης: Μαυρομιχάλης ήμου<ν> παρών και μαρτυρώ Δημητράκης Στρατάκης ήμουν παρών και μαρτυρώ’’.
Για διευκρίνιση σημειώνουμε ότι ο Μιχάλης Ιω. Μαυρομιχάλης αναφέρεται και πάλι στα γεγονότα του Λάμπρου Κατσώνη, μαζί με τον αδελφό του και πειρατή Νικόλαο Ιω. Μαυρομιχάλη. Αργότερα αναφέρεται πάλι όταν πολέμησε μαζί με το γιο του Ιωάννη εναντίον του Παναγιώτμπεη Κουμουνδουράκη.
Ο Δημήτριος Στρατάκης είναι Κυβέλος από τη Γαρμπελιά της Μηλιάς και η οικογένειά του αποτελεί κλάδο των Γιατρών-Μεδίκων του Οιτύλου.
Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι ο Παναγιώτης Μπενάκης αποκαλείται “άρχων’’, αλλά δεν μπορούμε να ξέρουμε αν εννοείται προύχοντας, ευγενής, αξιωματούχος, διοικητής ή αρχηγός. Οπως έχει σημειωθεί ότι ο περιηγητής J. L. S.
Bartholdy, που επισκέφθηκε την Κέρκυρα το 1803, συνάντησε τον Λιμπεράκη, γιο του Παναγιώτη Μπενάκη, ο οποίος ήταν πρόξενος της Ρωσίας και του είπε ότι: “...ο πατέρας του ήταν μπέης (εντόπιος ηγεμών) των Μανιατών...’’. Ακόμη από το έγγραφο του 1768, που δημοσιεύτηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο, προκύπτουν ενδείξεις ότι ο Παναγιώτης Μπενάκης ασκούσε στη Μάνη σημαντική επιρροή, που θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ανάλογη με του μπέη.
Είχε άραγε ο Παναγιώτης Μπενάκης κάποιο αξίωμα από την τουρκική κυβέρνηση; Πώς θα μπορούσε να συμβιβασθεί το “άρχων’’ του Τζανέτου Γρηγοράκη με το “ηγεμών’’ του Λιμπεράκη Μπενάκη και με τη διαταγή του πρωθυπουργού της Τουρκίας να εκστρατεύσει, παρά την προχωρημένη ηλικία του, εναντίον του Κουτσογρηγόρη και του Αθ. Κουμουνδουράκη; Ο διορισμός του μπέη της Μάνης γινόταν από το σουλτάνο, που έδινε εντολή στον Καπουδάν πασά (Τούρκο ναύαρχο στο Αιγαίο), στον οποίον υπαγόταν η Μάνη, όπως και όλα τα νησιά του Αιγαίου. Αυτός κοινοποιούσε την Σουλτανική εντολή στον ενδιαφερόμενο και τους λοιπούς καπετάνιους της Μάνης. Ο θεσμός του μπέη άρχισε από τα τέλη του 1776, όταν στη Ρόδο συμφώνησε το χωρισμό της Μάνης από το Μοριά ο δραγουμάνος του τουρκικού στόλου Νικόλαος Μαυρογένης, με τον εκπρόσωπο των Μανιατών καπετάν Τζανετάκη Κουτούφαρη, που έγινε και πρώτος μπέης της Μάνης. Πριν από το 1776 μια εντολή του σουλτάνου έφθανε στη Μάνη ή από το Μέγα Βεζύρη (πρωθυπουργό) ή από τον πασά του Μοριά.
Το 1768 η Μάνη αποτελούσε ακόμα τμήμα του Μοριά και συνεπώς μία σουλτανική εντολή θα διαβιβαζόταν από την τουρκική κυβέρνηση, δηλαδή στο Μέγα Βεζύρη ή πρωθυπουργό. Εάν λοιπόν δεν επρόκειτο για μια πρόσκαιρη εντολή στον Παναγιώτη Μπενάκη, να αναλάβει την όλη επιχείρηση της καταδίωξης του Κουτσογρηγόρη και του Αθανασίου Κουμουνδούρου, μπορεί να επαληθεύεται ο Λιμπεράκης Παν. Μπενάκης, που μιλούσε για ηγεμονία του πατέρα του στη Μάνη.
Ο Παναγιώτης Μπενάκης, όπως αναφέρθηκε, διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον εκάστοτε πασά της Τριπολιτσάς. Την ευμένεια αυτή χρησιμοποιούσε υπέρ των ομοεθνών του και όταν οι Τούρκοι αδικούσαν κάποιον Ελληνα, με την παρέμβαση του Μπενάκη δικαιωνόταν. Για τον Παναγιώτη Μπενάκη αναφέρεται: “...Μόνος ο Μπενάκης εφαίνετο, ότι εδικαιούτο να εμφανίζεται εις την αυλήν του πασά μετά πολυαρίθμου ακολουθίας. Επειδή δε διετέλει πάντοτε εις σχέσεις προς τους Μανιάτας, είχε την δεξιότητα να προσδίδη εις το κύρος του ισχύν μεγαλυτέρα εκείνης, ήτις προήρχετο εκ της ευνοίας του πασά. Πάντες δε εφρόνουν εν Πελοποννήσω, ότι ο Μπενάκης ηδύνατο να εξεγείρη ή να ειρηνεύση τους Μανιάτας κατά βούλησιν. Οι δε Τούρκοι, φοβούμενοι παν ό,τι ηδύνατο να ταράξη την ραθυμίαν των, παρεδέχοντο, ότι εις μόνον αυτόν ώφειλον την ησυχίαν, ην δεν διετάραττον οι ατίθασοι Μανιάται...’’. Να σημειωθεί ακόμη ότι, στις παραμονές της Επανάστασης του 1770, ο πασάς της Τριπολιτσάς του έστειλε δώρο μια γούνα και δύο άλογα, καλώντας τον να τον επισκεφθεί, αλλά ο Μπενάκης προφασίστηκε ασθένεια και δεν έφυγε από το σπίτι του.
Το
σπίτι του Παναγιώτη Μπενάκη στην Καλαμάτα
Ο Γεώργιος Παπάζωλης, όπως αναφέρθηκε, καταγόμενος από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας υπήρξε ο σημαντικότερος υποκινητής της Επανάστασης του 1770. Συνδέθηκε με το Γρηγόριο Ορλώφ και φαίνεται ότι συνέβαλε στη δολοφονία του αυτοκράτορα της Ρωσίας και συζύγου της Αικατερίνης που έγινε αυτοκράτειρα. Αυτός υπέβαλε την ιδέα της απελευθέρωσης της Ελλάδας στον Ορλώφ, εραστή της Αικατερίνης.
Σε ένα σπάνιο βιβλίο, του οποίου ως πιθανός συγγραφέας φέρεται ο Γεώργιος Παπάζωλης, αναφέρεται ότι στην Καλαμάτα, στο σπίτι του Παναγιώτη Μπενάκη, έγινε μεγάλη συνέλευση των Πελοποννησίων: Ο Ελληνας ιστορικός των Ορλωφικών Παντ. Κοντογιάννης έγραψε σχετικά: “...Πάντες ούτοι, ακούσαντες τας προτροπάς του Παπάζωλη και συζητήσαντες περί του πράγματος, υπέγραψαν συνθήκην, καθ’ ην υπισχνούντο την επανάστασιν εκατόν χιλιάδων Ελλήνων, εάν χορηγηθώσιν εις αυτούς τα αναγκαία όπλα, και εμφανισθώσι εις τα παράλια της Πελοποννήσου πλοία ρωσικά. Ησαν δε οι υπογράψαντες και συναινέσαντες εις τας προτάσεις του Παπάζωλη οι μητροπολίται Κορίνθου, Παλαιών Πατρών και Λακεδαιμονίας... οι προεστώτες Σπάρτης Ιωάννης Μελιτάκης-(Κρεββατάς) και Λεονάρδος Καφετζής, Κορίνθου Γεωργαντάς Νοταράς και ο υιός αυτού Σπυρίδων, και Πατρών Πόλος πλουσιώτατος προεστώς. Και ο εκ Σπάρτης Παναγιώτης Κρεββατάς, ο Παναγιώτης Ζαήμης και ο Ιωάννης Δεληγιάννης κατηχήθηκαν, ως αναφέρεται και μετέσχων της επαναστάσεως...’’.
Ο ιστορικός της εποχής των Ορλωφικών Cl. Rulhiere περιέγραψε με τα ακόλουθα λόγια τον Παναγιώτη Μπενάκη: “...Ο Παπάζωλη μερικές φορές πήγαινε εκεί (από τη Μάνη στην Καλαμάτα) κρυφά και συζητούσε με τον προεστό της περιοχής Μπενάκη, τον πιο πλούσιο Ελληνα της Πελοποννήσου, αυτόν τον ευέλικτο και πανούργο γέροντα που είχε εμπνεύσει στον πασά μια τυφλή εμπιστοσύνη. Καθώς η μεγάλη πίστη που του είχαν οι Μανιάτες, από τους οποίους καταγόταν από τη μεριά της μητέρας του και από την εμπιστοσύνη που του έδειχναν οι Τούρκοι του προσέδιδε μεγάλο κύρος ανάμεσα στους αρχηγούς του έθνους. Τα πλούτη του τον τοποθετούσαν υπεράνω του ευτελούς συμφέροντος και ο ζήλος για τη θρησκεία δεν ήταν ένα κίνητρο που θα τον έκανε να δράση.
Μα φθάνοντας σε αυτές τις υψηλές βαθμίδες του πλούτου, της αποδοχής και της εξουσίας, υπερηφανευόταν ότι, απελευθερώνοντας την Πελοπόννησο από τον οθωμανικό ζυγό, θα γινόταν, με την προστασία της τσαρίνας, ο πραγματικός αρχηγός και ίσως ο ηγεμόνας της Πελοποννήσου. Αυτή η φιλοδοξία του τον έκανε να ακούση προσεκτικά τα ύπουλα λόγια του Παπάζογλου...έγινε στην Καλαμάτα, στο πυργόσπιτο, όπου κατοικούσε ο Μπενάκης, μία ολιγομελής συγκέντρωση αρχηγών και επισκόπων.
Πήγαν εκεί μερικοί Μανιάτες συγγενείς και φίλοι του Μπενάκη. Υπέγραψαν την υποχρέωση να ξεσηκώσουν εκατό χιλιάδες Ελληνες μόλις έφταναν όπλα, και τα ρωσικά καράβια εμφανίζονταν στις ακτές.
Στο τέλος του εγγράφου παραποίησαν τις υπογραφές των κυριωτέρων αρχηγών της Μάνης...’’.
Κατηγορείται ο Παναγιώτης Μπενάκης, ότι από το περιβάλλον του προστέθηκαν πλαστές υπογραφές Μανιατών στην αίτηση προς την Αικατερίνη, στην οποία αναφερόταν ότι η Πελοπόννησος διαθέτει 100.000 ετοιμοπόλεμους άνδρες. Υπάρχει όμως και άλλη αίτηση, που μπορεί να αμφισβητηθεί η γνησιότητά της, με τις υπογραφές των καπετάνιων της Μάνης και προκρίτων της λοιπής Λακωνίας, η οποία περιλάμβανε το όνομα και ενός μόνο Καλαματιανού του Παναγή Σαλούφα, μανιάτικης και αυτός καταγωγής. Αν και αυτή η αίτηση είχε γίνει από συγγενείς και φίλους του Μπενάκη, θα είχε πολλούς κατοίκους της Καλαμάτας και της γύρω περιοχής. Θα είχε ακόμη και το όνομά του, αν πράγματι, όπως επίσης τον κατηγορούν, επεδίωκε την ηγεμονία της Πελοποννήσου.
Ο γνωστός Ελληνας ιστορικός Μιχαήλ Σακελλαρίου, αναφερόμενος στις αβάσιμες κατηγορίες που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί κατά του Παναγιώτη Μπενάκη, γράφει: ‘‘Κατηγορήθη ο Μπενάκης ότι εφάνη πρόθυμος εις την σύναψιν συμφωνίας μετά του Παπάζωλη, αντιθέτως προς τους Μανιάτας, διότι απέβλεπε να καρπωθή προσωπικάς ωφελείας, και μάλιστα να γίνη ηγεμών της Πελοποννήσου διά της ρωσικής βοηθείας... Ως προς την προθυμίαν, την οποίαν επί του προκειμένου επέδειξε, δεν υπάρχει ανάγκη να επαναλαμβάνωμεν τοιαύτας αυθαιρέτους και αφελείς εικοτολογίας, αφού τον βλέπομεν να ενεργή ομοφώνως και προς τους λοιπούς Πελοποννησίους προκρίτους και συμφώνως προς τας γενικάς επιδιώξεις αυτών’’.
Του Σταύρου Καπετανάκη