Χώρα Μεσσηνίας - Chora Messinias
.
Το ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, παρουσιάζει το ντοκυμανταίρ του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΕΚΑΚΗ "Η ΧΩΡΑ ΤΡΙΦΥΛΙΑΣ η ΧΩΡΑ του ΝΕΣΤΟΡΟΣ"
Συμμετέχουν οι:
ΤΑΣΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
Καθηγητής Παραδοσιακών Χορών
ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ
Δρ Χημικός Μηχανικός-Καθηγητής Συντήρησης Μνημείων
Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Πρόεδρος Λαογραφικού Ομίλου Μεσσηνίας
ΚΑΜΕΡΑ - ΗΧΟΣ - ΜΟΝΤΑΖ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΑΝΤΑΛΑΚΗΣ
ΦΩΤΟ: Γ. ΛΕΚΑΚΗΣ, Β. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΥΚΟ, ΜΟΥΣΑΙΟΣ.
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
Κανονάκι - ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΠΑΠΑΗΛΙΑ
Κλαρίνο - ΚΩΝ. ΚΟΠΑΝΙΤΣΑΚΗΣ
ΜΟΥΣΙΚΗ: BG & DG
ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
c+p 2018
ΠΑΛΑΤΙ ΝΕΣΤΟΡΟΣ - NESTOR PALACE
3D αναπαράσταση του μυκηναϊκού ανακτόρου στον Άνω Εγκλιανό Πυλίας, γνωστό ως Ανάκτορο του Νέστορα. Περίπου 1300-1200 π.Χ
.
Eπαναπατρίστηκαν από τη Βιέννη αρχαιολογικά ευρήματα από τα Βολιμίδια
Αρχαιολογικά ευρήματα, μεταξύ άλλων και από τον μυκηναϊκό οικισμό και το νεκροταφείο στα Βολιμίδια της Χώρας, επαναπατρίστηκαν από τη Βιέννη μετά από 30 χρόνια. Συγκεκριμένα, την περασμένη Παρασκευή επαναπατρίστηκαν από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης 36 κιβώτια με ανθρωπολογικό - οστεολογικό υλικό, προερχόμενο από το πρωτοελλαδικό νεκροταφείο στο Τσέπι του Μαραθώνα και από άλλες προϊστορικές θέσεις της ηπειρωτικής χώρας, όπως τα Βολιμίδια της Μεσσηνίας.
Το υλικό είχε εξαχθεί νομίμως στις αρχές της δεκαετίας του 1970 στη Βιέννη από τον καθηγητή Breitinger, ο οποίος υπήρξε στενός συνεργάτης του σημαντικού Ελληνα αρχαιολόγου και ανασκαφέα του Τσεπίου, Σπυρίδωνα Μαρινάτου. Αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό σύνολο, η μελέτη του οποίου θα προσθέσει στις γνώσεις μας για τη διατροφή, την παλαιοπαθολογία και την κοινωνία της πρώιμης Εποχής του Χαλκού.
Για την ολοκλήρωση της διαδικασίας επαναπατρισμού συνεργάστηκαν οι παρακάτω υπηρεσιακές μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς: η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, η Β‘ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος.
Το πρωτοελλαδικό νεκροταφείο στο Τσέπι του Μαραθώνα (μια μικρή περιοχή στα ανατολικά του λόφου Κοτρώνι, κατά την είσοδο της πεδιάδας του Βρανά) εντοπίστηκε και ερευνήθηκε το 1970-1973 από τον ομότιμο καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας, ακαδημαϊκό Σπυρίδωνα Μαρινάτο. Σε έκταση 1,5 περίπου στρέμματος ανασκάφηκαν 27 τάφοι και αποκαλύφθηκαν επιφανειακά άλλοι 36.
Οι τάφοι είναι λακκοειδείς με κτιστά τοιχώματα, βρέθηκαν άθικτοι και περιείχαν οστά και κτερίσματα (αντικείμενα καθημερινής χρήσης) πολλών νεκρών.
Τη γενική διεύθυνση και ψιλή εποπτεία των εργασιών μέχρι τέλους του 1973 διατήρησε ο ίδιος ο Μαρινάτος. Η αποκάλυψη και μελέτη του πολυάριθμου σκελετικού υλικού μεταβιβάστηκε στον καθηγητή Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης, ακαδημαϊκό Emil Breitinger.
Ο χώρος της ανασκαφής απαλλοτριώθηκε και προστατεύτηκε μόνιμα μέσα σε κλειστή κατασκευή. Το 1997 η συνέχιση και οριστική δημοσίευση της ανασκαφής ανατέθηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία στην καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Μαρία Παντελίδου-Γκόφα.
Ολοι οι τάφοι παραμένουν ακάλυπτοι, ορατοί και προσιτοί στον επισκέπτη.
ΤΑ ΒΟΛΙΜΙΔΙΑ Τα Βολιμίδια είναι μια περιοχή 800 μ. περίπου βορειοανατολικά της Χώρας, όπου είχε αναπτυχθεί σημαντικός μυκηναϊκός οικισμός με εκτεταμένο νεκροταφείο. Ανασκαφές στα Βολιμίδια έγιναν από τον Σπ. Μαρινάτο (1952-54, 1960,1964-65) και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας (1971-72, 1990). Η περιοχή, στην οποία η κατοίκηση συνεχίστηκε σχεδόν χωρίς διακοπή μέχρι και τα Ρωμαϊκά χρόνια, έχει ταυτιστεί από τον Μαρινάτο με την παλαιά Πύλο (Παλαίπυλο), πόλη που αναφέρει ο Στράβων ότι βρισκόταν κάτω από το Ορος Αιγάλεω.
Από τον John Chadwick και άλλους ταυτίζεται με τη θέση pakija-ne, κέντρο θρησκευτικής δραστηριότητας άμεσα εξαρτημένο από το Ανάκτορο του Εγκλιανού που αναφέρεται στα κείμενα των πινακίδων της Γραμμικής Β από το Ανάκτορο. Εκτός από έναν τάφο πρώιμου λακκοειδούς τύπου που χρονολογείται στην ύστερη Μεσοελλαδική εποχή (Κεφαλόβρυσου Τ.
1), οι τάφοι του μυκηναϊκού νεκροταφείου είναι όλοι θαλαμωτοί, λαξευμένοι με επιδεξιότητα στο μαλακό πέτρωμα της περιοχής. Από το νεκροταφείο, έχουν μέχρι στιγμής ερευνηθεί 35 τάφοι, ενώ είναι γνωστή η θέση και αρκετών άλλων. Μαζί με εκείνο στην αρχαία Θουρία (σημερινή θέση Ελληνικά) κοντά στην Καλαμάτα, είναι το μεγαλύτερο σε έκταση νεκροταφείο θαλαμωτών τάφων στη Μεσσηνία.
Οι τάφοι είναι διευθετημένοι σε συστάδες που είναι γνωστές από τα ονόματα των ιδιοκτητών των αγρών ή τις τοποθεσίες. Οι τάφοι κάθε συστάδας -οι περισσότεροι σε χρήση για μεγάλο χρονικό διάστημα- πρέπει να ανήκαν σε οικογένειες ή γένη του γειτονικού συνοικισμού. Εύκολα προσιτή στον επισκέπτη σήμερα είναι η ομάδα τάφων Αγγελόπουλου. Οδηγείται εκεί από μικρή παράκαμψη στην αριστερή πλευρά της κεντρικής οδού Βολιμιδίων στην πορεία προς τη Μεταμόρφωση. Οι παλαιότεροι μυκηναϊκοί τάφοι της ομάδος Κεφαλόβρυσου είναι του σπηλαιώδους τύπου, με θαλάμους ακανόνιστου ελλειψοειδούς σχήματος. Οι θάλαμοι, όμως, των περισσοτέρων τάφων είναι κυκλικοί με θόλωση, σε μίμηση προφανώς της μορφής των σύγχρονων μεσσηνιακών κτιστών θολωτών τάφων και σχετικά μεγάλοι, με διάμετρο κατά μέσο όρο 4-5 μ. Οι δρόμοι τους είναι κατά κανόνα βραχείς, σχετικά ευρείς και κατηφορικοί και οδηγούν σε καλοδιαμορφωμένη είσοδο που φραζόταν με ξερολιθιά.
Λόγω του ειδικού σχήματός τους, οι τάφοι των Βολιμιδίων μπορούν να συγκριθούν με τους λαξευτούς θολοειδείς τάφους στην Πελλάνα της Λακωνίας και άλλους ανάλογης μορφής στην Θάψο της Σικελίας. Οι τάφοι, στην πλειονότητά τους, βρέθηκαν να περιέχουν μεγάλο αριθμό ταφών στο εσωτερικό τους. Οπως δείχνει και το χρονολογικό εύρος της κεραμικής που περιείχαν, χρησιμοποιήθηκαν για μακρά χρονική περίοδο από τα ίδια, πιθανότατα, γένη της Παλαιπύλου.
Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η ύπαρξη στους κυκλικούς τάφους μικρών βόθρων (λάκκων) ανοιγμένων στην περιφέρεια του δαπέδου ή κογχών στα τοιχώματα του θαλάμου για την τοποθέτηση των οστών των παλαιότερων νεκρών (ανακομιδών).
ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΙ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΤΑΦΟΙ Τα περιεχόμενα των μυκηναϊκών τάφων των Βολιμιδίων δεν ήταν ιδιαίτερα πλούσια. Οι τάφοι είναι σαφώς πτωχότεροι σε κτερίσματα από τους αντίστοιχους θαλαμωτούς τάφους των Μυκηνών. Χαρακτηριστική είναι η απουσία, ανάμεσα στα κτερίσματα, αντικειμένων από πολύτιμα υλικά. Ο κύριος όγκος των ευρημάτων αποτελείται από διακοσμημένα αγγεία που καλύπτουν στο σύνολο τους το διάστημα από τα μέσα του 16ου έως τα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ.
Πέρα από τις διάφορες ομάδες κεραμικής, ανάμεσα στα μυκηναϊκά ευρήματα των Βολιμιδίων που εκτίθενται σε προθήκες της πρώτης αίθουσας του Μουσείου Χώρας, ξεχωρίζουν ένα ασυνήθιστο τριποδικό αγγείο για προσφορά σπονδών, χάλκινα μαχαιρίδια, χάλκινες και λίθινες αιχμές βελών, πήλινα ειδώλια των συνήθων τύπων, λίγοι ημιπολύτιμοι λίθοι και ένας μικρός χάλκινος αφιερωματικός διπλούς πέλεκυς κρητικού τύπου, μοναδικός στη Μεσσηνία. Από τις ανασκαφές, τέλος, προέκυψαν άφθονα στοιχεία για εντατική χρήση των μυκηναϊκών τάφων στα μεταγενέστερα ιστορικά χρόνια, για νέους ενταφιασμούς και για την άσκηση, κατά περιόδους, ταφικής λατρείας.
Από τους ελληνιστικούς τάφους που έχουν ανασκαφεί στα Βολιμίδια, 4 τάφοι υπό μορφήν ορθογώνιων λάκκων, ανοιγμένων στο μαλακό φυσικό πωρόλιθο, αναγνωρίζονται εύκολα μπροστά από τους μυκηναϊκούς τάφους της συστάδας Αγγελόπουλου. Μαζί με τα άφθονα στοιχεία για ευρεία επαναχρησιμοποίηση παλαιοτέρων μυκηναϊκών τάφων, οι 4 ανεξάρτητοι τετράγωνοι λάκκοι αποτελούν πρόσθετες μαρτυρίες για συστηματική χρήση του χώρου των Βολιμιδίων ως νεκροταφείου και κατά την ελληνιστική εποχή, σε συνδυασμό πιθανότατα με την άσκηση κάποιας μορφής προσωπολατρίας Εξάλλου, μια άλλη ομάδα τάφων του 300 π.Χ. περίπου, αποτελούμενη από 2 κεραμοσκεπείς τάφους και έναν μεγάλο ορθογώνιο λάκκο βάθους 2 μ., αποκαλύφθηκε κοντά σε τάφους της συστάδος Κεφαλόβρυσου του μυκηναϊκού νεκροταφείου. Σε γειτονικό σημείο ήλθε στο φως και εγκατάσταση της ύστερης Ελληνιστικής ή Ρωμαϊκής εποχής που ερμηνεύθηκε αρχικά ως μεταλλουργείο.
Τέλος, το υπόκαυστο (τμήμα Ρωμαϊκού λουτρού) που ανέσκαψε ο Μαρινάτος στα Βολιμίδια, σε μικρή απόσταση από τις συστάδες τάφων Αγγελόπουλου και Βόρια του μυκηναϊκού νεκροταφείου, είναι το μόνο βέβαιο αρχιτεκτονικό υπόλειμμα από την ρωμαϊκή αρχαιότητα που είναι ορατό στην περιοχή.