Πάτρικ Λη Φέρμορ

maniΟι ήρωες και οι ποιητές δεν έπρεπε να πεθαίνουν ποτέ. Εχω μπροστά μου τα γράμματα που μου έστελνε εδώ και πολλά χρόνια ο σερ Πάτρικ Λη Φέρμορ, αυτός ο άνδρας που ένωσε μετά το Λόρδο Βύρωνα - με τον οποίο είχαν κοινό τον έρωτα για την Ελλάδα και το να έχουν διασχίσει κολυμπώντας τον Ελλήσποντο όπως κανείς άλλος το θάρρος και τις ωραίες λέξεις, και τώρα που έφυγε το χέρι που τους έδινε ζωή, δεν αποτελούν παρά ιστορία.
Η θνήσκουσα και σταδιακά τρεμουλιαστή γραφή του Πάντυ, που απεβίωσε την Παρασκευή στο σπίτι του στο Γουόρ τσεστερσαϊρ σε ηλικία 96 ετών, διατρέχει το χαρτί δημιουργώντας εδώ κι εκεί σχήματα - ήταν παθιασμένος σχεδιαστής σύννεφων και πουλιών. Μιλάει για πολλά πράγματα.


Για το γενναίο Πέντλμπιουρυ και το γυάλινο μάτι του (σ.μ. θαρραλέος νέος Εγγλέζος από μεγάλη αριστο κρατική οικογένεια που έπεσε μαχόμενος συμμετέχοντας στην αντίσταση στην Κρήτη), για με ταφράσεις από τις Ωδές του Ορατίου (τον γοήτευσε εκείνη που έκανε ο πατέρας μου), για το φίλο του Γιώργη Ψυχουντάκη και το χρονικό του της ηρωικής κρητικής αντίστασης, βιβλίο το οποίο μετέφερε ο ίδιος στα αγγλικά, για τον αξέχαστο αγώνα πόλο με ποδήλατα στα σαλόνια ενός ανακτόρου της Ουγγαρίας την εποχή του ‘30, για την υγεία του, καθώς και για την ενοχλητι κή προοπτική διέλευσης από ένα τούνελ που, παθιασμένος ανα γνώστης αυτός, τόσο πολύ τον εξόργιζε. Καλλιεργημένος, γενναίος κέρδισε το Παράσημο Διακεκρι μένων Υπηρεσιών στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμοκομψός, αγαπητός, ελαφρά ειρωνικός, ο Λη Φέρμορ, συγγραφέας μερι κών αξέχαστων βιβλίων ταξιδιω τικής λογοτεχνίας, ένας απ‘ τους καλύτερους πεζογράφους σε αγγλική γλώσσα όλων των εποχών, συγκέντρωνε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά του τζέντλεμαν και ήταν ίσως η τελευταία μεγάλη προσωποποίηση εκείνης της μορφής της τόσο χαρακτηριστικά βρετανικής -και να με συγχω ρούν ο Μαλρώ και Σεμπρούν που είναι ο άνθρωπος της δια νόησης και δράσης. Ηταν από την ίδια ψυχοσύνθεση με το Λό ρενς της Αραβίας, εκείνον τον εν εγρηγόρσει ονειροπόλο που ήταν ικανός να συγκινείται μέχρι δα κρύων μπροστά σ‘ ένα κάστρο των Ναϊτών ιπποτών και να καρ φώσει μια σφαίρα σ‘ έναν Τούρ κο στρατιώτη.
Πάντως ο Λη Φέρ μορ δεν είχε τις κοινωνικές περι πλοκές και πανουργίες του δυ ναμίτη-εμίρη Λόρενς. Ηταν ένας ευτυχισμένος άν θρωπος, ερωτευμένος με την ομορφιά του κόσμου, λιγάκι ηδο νιστής. Ομως μετριόφρων, ποτέ δεν άφηνε να παρασυρθεί και να αναφερθεί στο εξαιρετικό επει σόδιο της τολμηρής απαγωγής το 1944 του στρατηγού Κράιπε, Γερμανού διοικητή της κατεχόμε νης Κρήτης, που έφεραν σε πέ ρας ο ίδιος και ο Γουίλιαμ Στάν λεϋ Μος, μέλη και οι δύο της βρε τανικής Υπηρεσίας Ειδικών Επι χειρήσεων -περιπέτεια που ενέ πνευσε την ταινία “Θα συναντη θώ με το φως της σελήνης“ (1950) του Μάικλ Πάουελ με τον Ντερκ Μπόγκαρτ στο ρόλο του Λη Φέρμορ. Οταν κρύβονταν από τις ναζιστικές περιπόλους στις πλαγιές της Ιδης, ο Κράιπε εντυπωσιασμένος από το τοπίο (και την κατάστασή του, υποθέ τω) απήγγειλε την αρχή από την Ωδή του Ορατίου “Ad Thaliarchum” και ο Πάντυ τη συ νέχισε μέχρι τέλους στα λατινικά.
Ο Λη Φέρμορ, άνθρωπος με πάρα πολύ λεπτή ευφυία και ευ αισθησία, εκτιμούσε πολύ περισ σότερο τα επιτεύγματά του στη λογοτεχνία παρά εκείνα του στρατιώτη. Ηταν πολύ υπερήφα νος για τις φιλίες του με τους Ελ ληνες ποιητές -η Ελλάδα του ανταπέδωσε γενναιόδωρα την αγάπη που αισθανόταν γι‘ αυτήν: Το 2007 τον ονόμασαν Ιππότη με το Παράσημο του Φοίνικος-, καθώς και για τη βαθιά αρχαιο γνωσία που είχε, πράγμα που επεδείκνυε σε κάθε ευκαιρία. Η περιέργεια και η έφεση που είχε για μάθηση ήταν χωρίς τέλος: Οταν του δώρισα ένα βιβλίο για τους πολεμοχαρείς Μαρκομά νους, γυάλιζαν τα μάτια του και δεν μπορούσε να περιμένει κα θόλου μα ήθελε ν‘ αρχίσει να το διαβάζει αμέσως. Φαινόταν πως είχε γνώσεις για όλα. Τον γοήτευε η ιστορία, που την ερμήνευε τόσο καλά όσο κανείς, με μια πρωτο φανή ικανότητα για τα αινιγματι κά και τολμηρά πικάντικα ιστορι κά ανέκδοτα. Εδειχνε ένα τερά στιο ενδιαφέρον για την αρχιτε κτονική. Τον γοήτευαν η γεωγρα φία και οι χάρτες. Αλλά πάνω απ‘ όλα είναι το πάθος του για τις λέξεις εκείνο που κάνει ξεχωρι στή τη γραφή του που έχει μια συγκλονιστική ομορφιά. Μεθούσε με τις λέξεις φορτώνοντας μ‘ αυ τές τα κείμενά του με μια υπερ φυσική λογοτεχνική ποιότητα.
Εγραψε μόνο λίγα βιβλία, οκτώ, που όλα έχουν σχέση με ταξίδια (συμπεριλαμβανομένου και του μοναδικού του μυθιστορήματος “Τα βιολιά του Σαιν Ζακ“), παρό τι δεν ήθελε να τον θεωρούν συγ γραφέα ταξιδιωτικής λογοτε χνίας. Οι κύριοι προορισμοί του ήταν οι Αντίλλες (το πρώτο του βιβλίο ήταν “Το δένδρο του ταξι διώτη, 1950), οι Ανδεις, τα γαλ λικά μοναστήρια, αλλά πάνω απ‘ όλα η Ελλάδα, για την οποία έχει γράψει τα πιο γνωστά του “Μά νη“ και “Ρούμελη“, καθώς και η Κεντρική Ευρώπη. Βασικό του έργο είναι η αφή γηση της νεανικής του περιπλά νησης, την εποχή του ‘30, με τα πόδια από την Ολλανδία μέχρι την Κωνσταντινούπολη, μέσα από μια Ευρώπη που επρόκειτο να εξαφανισθεί, μια Ευρώπη με Τσιγγάνους, Ουσάρους, πελαρ γούς, βιβλιοθήκες και κρασί το κάι -καθώς και ναζί με αιματηρά προαισθήματα. Παιδί λιγάκι πα ραστρατημένο, γιος ενός εκλε κτού γεωλόγου που ήταν και σερ, ο Πάντυ στο ταξίδι του που βά στηξε δύο χρόνια, απ‘ τη μια με ριά έμενε σε κάστρα φίλων του πατέρα του, μα απ‘ την άλλη περνούσε τη νύκτα στο τζάκι μα ζί με απλούς αγρότες, έκανε βόλ τες με ανοιχτό αμάξι ή με άλογο (ήταν ικανότατος ιππέας) ή προ χωρούσε πεζός και νηστικός κά ποιες επίπονες γι‘ αυτόν μέρες.
Τη ζωτικότητά του αυτήν την πε ριέγραψε, όταν ήδη ήταν ώρι μος, χωρίς να χάσει όμως την οπτική γωνία του νεανία, καθώς και τη γνησιότητά του που είναι ανάμειξη αθωότητας και σοφίας σε ένα σπανιότατο συνδυασμό που συγκινεί μέχρι δακρύων. Το έργο αυτό έχει θεωρηθεί τριλογία και έχουν εκδοθεί τα δύο πρώτα βιβλία, “Ενας καιρός δώρων“ (γράφτηκε το 1977) και το “Ανά μεσα στα δάση και το νερό“, μα εκεί η διήγηση διακόπτεται, ενώ ο συγγραφέας ευρίσκεται ακόμα στη Ρουμανία. Εδώ και πολλά χρόνια οι αναγνώστες του περι μέναμε με αγωνία πότε ο Πάντυ θα τελειώσει το ταξίδι του, να φτάσει επί τέλους λογοτεχνικώς στην Κωνσταντινούπολη (όπου στην πραγματικότητα έφτασε την 1η Ιανουαρίου του 1935). Πάντοτε έλεγε πως διαρκώς έγραφε.
Παραμένει ακόμα αίνιγ μα μέχρι πού να έχει φτάσει. Θα μας το ξεκαθαρίσει χωρίς αμφι βολία λίαν προσεχώς η Αρτεμις Κούπερ, σύζυγος του Αντονυ Μπίβορ, φίλη-από παλιές οικο γενειακές σχέσειςτου Λη Φέρ μορ που έχει εργασθεί επί μα κρόν μαζί του: Είναι η συγγραφέ ας που έχει δημιουργήσει την ωραία ανθολογία των κειμένων του “Words of Mercury-Λέξεις του Ερμή“ (2003) και είναι επι φορτισμένη να δημοσιεύσει τη βιογραφία του Πάντυ, που σύμ φωνα με την εκφρασθείσα επι θυμία του συγγραφέα θα μπο ρούσε να δει το φως μόνο μετά το θάνατό του. Αυτή η βιογραφία θα διευκρινίσει μερικά επεισόδια από τη συναισθηματική ζωή του Πάντυ, όπως τη σχέση με την Μπαλάσα Καντακουτσένο που ήταν πριγκιπικής καταγωγής, στη Βεσσαραβία στα ευτυχισμέ να χρόνια πριν από τον πόλεμο που ο συγγραφέας ποτέ δεν ξέ χασε, ή σε ποιο βαθμό έφτασε η φιλία του με τη δούκισσα του Ντέβονσαϊρ (είναι απόλαυση να διαβάζεις την αλληλογραφία που αντάλλαξαν).
Παντρεμένος από το 1968 με την κόρη του υποκό μη του Μονσέλ Τζόαν, διακεκρι μένη φωτογράφο που τον συνό δευε στα ταξίδια του και απεβίω σε το 2003, ο Πάντυ που έγινε σερ το 2004 περνούσε μαζί της μια αξιοζήλευτη ζωή εναλλάσσο ντας την αγγλική εξοχή με το σπίτι που έφτιαξαν στην Καρδα μύλη (εστία των νεράιδων) στο νότιο μέρος της Πελοποννήσου. “Ταξιδεύω για ευχαρίστηση μα κι από περιέργεια“ έλεγε ο Πά τρικ Λη Φέρμορ. Τώρα που ξεκί νησε για το οριστικό ταξίδι, θα τον θυμόμαστε, γιατί κυρίως το έκανε, το να ταξιδεύει, για να μας χαρίσει σε μεγάλη αφθονία την ομορφιά. Από την Ισπανική “ΕL PAIS” Μετάφραση:

Σ. Παπανικολόπουλος

Σύνδεση Χρήστη





Δεν έχετε λογαριασμό ακόμα; Δημιουργία λογαριασμού

Online χρήστες

Έχουμε 207 επισκέπτες σε σύνδεση

Στατιστικά

Επισκέπτες: 5156100