Αυτοκτόνησε! Η γνωστή και άγνωστη ζωή του ηθοποιού Ρόμπιν Γουίλιαμς
Έχοντας παίξει με επιτυχία τόσο σε κωμικούς όσο και σε δραματικούς
ρόλους, ο Robin McLaurim Williams, θεωρείτω ένας από τους πιο
ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του. Γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου 1951
στο Chicago του Illinois. Ο πατέρας του ήταν στέλεχος της Ford Motor
Company και η μητέρα του ήταν μοντέλο, ενώ και οι δύο του γονείς είχαν
ήδη παιδιά από προηγούμενες τους σχέσεις. Ο νεαρός Robin ήταν κοντούλης,
ντροπαλός και μοναχικός, ενώ οι συμμαθητές του μόνιμως τον κορόιδευαν.
Εκείνος για να αποφύγει τα πειράγματα τους έψαχνε κάθε φορά και άλλη
διαδρομή για την επιστροφή στο σπίτι. Κατάφερε σταδιακά να κερδίσει
κάποια ίχνη σεβασμού μιας και σαν αθλητικός τύπος που ήταν, έπαιρνε
μέρος σε ομάδες πυγμαχίας και έκανε τα αλλά παιδιά να γελάνε με τα
αστεία κατορθώματα του την ώρα της μάχης.
Όταν ο πολυάσχολος πατέρας του Robin αποφάσισε να πάρει πρόωρη σύνταξη
όλη η οικογένεια μετακόμισε στο Martin County κοντά στο San Francisco.
Εκεί ο Robin τελείωσε τις βασικές σπουδές του και μετά την αποφοίτησή
του το 1971 πήγε στο Claremont Men’s College όπου σπούδασε πολιτικές
επιστήμες. Μετά το κολέγιο γράφτηκε στο College of Marin για να
σπουδάσει ηθοποιία, αποδεικνύοντας ότι ήταν πραγματικά προικισμένος
κερδίζοντας μια υποτροφία στο Julliard School της Νέας Υόρκης. Εκεί
ερωτεύτηκε τη χορεύτρια Valerie Velardi, με την οποία παντρεύτηκε μόλις
ένα χρόνο μετά τη γνωριμία τους το 1978 και σύντομα απέκτησαν ένα γιο το
Zachary.
Μαζί του στο Julliard School ήταν και ο Christofer Reeve, με τον οποίο
ανέπτυξε μια δυνατή φιλία. Οι δυο φίλοι είχαν ορκιστεί ότι ο ένας θα
βοηθούσε τον άλλον σε περίπτωση αποτυχίας. Λίγο μετά την αποφοίτηση
τους, ο Robin έπαιξε στην τηλεοπτική σειρά «Mork And Mindy» ενώ ο Reeve
στον «Superman». Και οι δυο έκαναν μεγάλη επιτυχία. Αξίζει να
σημειώσουμε πως η φιλία τους συνεχίστηκε μέχρι το δραματικό τέλος της
ζωής του Reeve, όταν Robin Williams είχε προσφερθεί να καλύψει τα έξοδα
νοσηλείας του φίλου του.
Ακούγοντας τη συμβουλή του καθηγητή του John Houseman, αποφάσισε να
δώσει βάρος στην κωμωδία. Μετακόμισε στο Los Angeles όπου γνώρισε τον
Jay Leno ο οποίος τον βοήθησε να βρει διάφορες δουλείες, σπρώχνοντάς τον
αναπτύξει το απίθανο χιούμορ του. Έτσι το 1978 και 1979 ο Robin έκανε
μόνο τηλεόραση και εμφανίστηκε στο «The Richard Pryor Show» και στην
τεράστια επιτυχία «Happy Days». Ακολούθησε ο πρώτος δημοφιλής
κινηματογραφικός ρόλος ως Ποπαύ (Popeye – 1980) σε σκηνοθεσία Robert
Altman
Σταδιακά οι ρόλοι που του προσφέρονταν άρχισαν να είναι όλο και πιο
καλοί. Παράλληλα στη δεκαετία του 80 ηχογράφησε τρεις δίσκους, ενώ
κατάφερε και ξεπέρασε πρόβλημα εθισμού στα ναρκωτικά. Το πρώτο του
μεγάλο βραβείο ήρθε το 1986 και ήταν μουσικό. Τιμήθηκε με βραβείο Grammy
για το Live At The Met ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν για το ρόλο του
ραδιοφωνικού παραγωγού στο «Good Morning Vietnam». Η ταινία απέσπασε
πολύ καλές κριτικές, η ταινία ήταν εμπορική επιτυχία με εισπράξεις πάνω
από εκατό εκατομμύρια δολάρια, ενώ για τον Robin Williams έφερε την
πρώτη του υποψηφιότητα για Oscar.
Αν και στον επαγγελματικό τομέα ο Robin τα πήγαινε περίφημα στην
προσωπική του ζωή τα πράγματα τότε δεν ήταν και τόσο καλά. Το 1988
χώρισε με τη σύζυγο του Valerie και ερωτεύτηκε τη Marsha Garces νταντά,
που η Valerie είχε προσλάβει λίγο νωρίτερα για να προσέχει τον γιο τους.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε τον Απρίλιο του 1989 και λίγο αργότερα απέκτησαν
δυο παιδία την Zelda και τον Cody, ενώ από τότε η Marsha έγινε η
μάνατζερ του.
Το 1989 ο Robin Williams έκανε θεατές σε όλο τον κόσμο να δακρύσουν
πρωταγωνιστώντας στην ταινία «Dead Poets Society», αποσπώντας μια ακόμα
υποψηφιότητα για βραβείο Oscar πρώτου ανδρικού ρόλου. Λίγο αργότερα
ήρθαν τρεις μοναδικοί ρόλοι: στο Dead Again του Kenneth Bring, στο
Fisher King (με μια ακόμα υποψηφιότητα για Oscar) και στο Hook υπό την
σκηνοθετική καθοδήγηση του Spielberg. Αποδεικνύοντας την αγάπη του για
τα παιδία, μεταμορφώνεται το 1992 σε Aladdin, στο ομότιτλο cartoon της
Disney. H σύζυγός του ήταν εκείνη που ανακάλυψε και το σενάριο του «Mrs
Doubtfire» (1993). Η ταινία έσπασε τα ταμεία και κέρδισε και μια Χρυσή
Σφαίρα.
Ένα ακόμη βραβείο έρχεται το 1994 και είναι ένα Emmy για τη σύντομη
εμφάνιση του στο τηλεοπτικό «Homicide: Life On The Streets» του Oliver
Stone. Ο Robin όμως επιμένει κινηματογραφικά παίζοντας στο Jumanji
(1995) της Disney ενώ την ίδια χρονιά δοκιμάζει και ένα διαφορετικό ρόλο
στο «Κλουβί Με Τις Τρελές» (The Birdcage). Τo Oscar (δεύτερου ανδρικού
ρόλου) έρχεται επιτέλους το 1997 για την ερμηνεία του ως ψυχολόγος στο
«Good Will Hunting». Το μπαράζ επιτυχιών συνεχίζεται, η περίεργη προφορά
του φέρνει το ρόλο στο «Nine Months» (1995), ακολουθεί ο αξέχαστος
«Jack» (1996), συμμετοχή στον «Hamlet» (1996) ενώ έκανε και ένα πέρασμα
στο τηλεοπτικό «Friends» (1996). Ακολούθησε το «Flubber» (1997) της
Disney και το «Patch Adams» (1998) βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα.
Για ένα διάστημα στρέφεται σε πιο δραματικούς ρόλους όπως στο «One Hour
Photo» (2002) και στο «Insomnia» (2002) όπου υποδύθηκε ένα δολοφόνο.
Μετά από ένα διάστημα ξεκούρασης επιστρέφει το 2005 δριμύτερος με τα
«The Final Cut», «The Big White» ενώ δανείζει τη φωνή του σε μια ακόμα
ταινία κινουμένων σχεδίων, το «Robots».
Η τελευταία του ταινία ήταν το μεγάλο του come back φέτος αφού ο
63χρονος Ρόμπιν Γουίλιαμς, που τα τελευταία χρόνια απείχε
κινηματογραφικά -έκανε τηλεόραση, από την οποία άλλωστε και ξεκίνησε-
επιστρέψε με την πικρή κωμωδία «The Angriest Man in Brooklyn», που έκανε
πρεμιέρα στις ΗΠΑ, στις 23 Μαΐου.